ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
Κεφάλαιο 1: Kondratieff «Μεγάλοι κύκλοι συγκυρίας»
Ι
Η σκέψη ότι, η δυναμική της οικονομικής ζωής στο καπιταλιστικό σύστημα της κοινωνίας έχει όχι απλό και γραμμικό, αλλά σύνθετο και κυκλικό χαρακτήρα, είναι σήμερα αποδεκτή από όλους. Το ερώτημα όμως για την φύση και ακόμη για τους τύπους των κυματοειδών -κυκλικών διακυμάνσεων αυτής της δυναμικής δεν είναι καθόλου ξεκάθαρο και απαιτεί παραπέρα επεξεργασία. Η επεξεργασία αυτή, αναμφισβήτητα, έχει μεγάλη σημασία και όχι μόνο για την ερμηνεία των νομοτελειών της ανάπτυξης της οικονομίας των καπιταλιστικών χώρων αλλά και για την ερμηνεία των ιδιαιτεροτήτων της ανάπτυξης της οικονομίας στον κρατικό καπιταλισμό καθώς και για την καθιέρωση και εξακρίβωση των ίδιων των μεθόδων μελέτης της οικονομικής δυναμικής και της συγκυρίας.
Στο πρόβλημα των κυματοειδών -κυκλικών διακυμάνσεων στη δυναμική της καπιταλιστικής οικονομίας, η οικονομική σκέψη έφτασε ξεκινώντας από την μελέτη των κρίσεων. Οι καπιταλιστικές κρίσεις με τις καταστροφικές τους επιδράσεις στην οικονομία ήταν ένα πολύ έντονο φαινόμενο της πραγματικότητας ώστε να προσελκύσει αρκετά νωρίς την προσοχή των οικονομολόγων. Ήδη οι πρώτοι οικονομολόγοι της κλασικής σχολής και αργότερα τέτοιοι συγγραφείς όπως ο Σισμόντι, προσέκρουσαν στο φαινόμενο των οικονομικών κρίσεων. Ήταν όμως η εποχή που οι καπιταλιστικές χώρες μόλις εισέρχονταν στην περιοχή των επαναλαμβανόμενων κρίσεων. Αυτός είναι ο λόγος που ούτε οι κλασικοί ούτε ο Σισμόντι δεν μπόρεσαν να δώσουν όχι μόνο μια ικανοποιητική ερμηνεία αλλά ούτε ακόμη μια αρκετά ακριβή περιγραφή των κρίσεων.
Αρχίζοντας όμως από τα τέλη της πρώτης 20ετιας του XIX αιώνα οι κρίσεις, με σπάνια για κοινωνικό - οικονομικά φαινόμενα επαναληπτικότητα περίπου κάθε 7 -11 χρόνια, ακολουθούν η μια την άλλη και συγκλονίζουν την εθνική οικονομία. Είναι φυσικό ότι η προσοχή της οικονομικής σκέψης προς αυτές δυναμώνει και ταυτόχρονα έχει στη διάθεση της ένα εύρη υλικό δεδομένων. Στις δεκαετίες του `50 και `60 του XIX αιώνα στις εργασίες του Μαρξ, του Ρομπέρτους και του Ζιουγκλέρ
καθιερώνονται δυο θέσεις πολύ σημαντικές για την κατανόηση της φύσης των κρίσεων: πρώτον ότι αυτές είναι περιοδικές και δεύτερον ότι είναι οργανικά σύμφυτες του καπιταλιστικού συστήματος.
Αργότερα, σε εξειδικευμένες εργασίες συγγραφέων διαφορετικών κατευθύνσεων (Τουγκάν -Μπαρανόφσκι και Γκίλφερντινγκ, Πολέ και Σπίτγκορφ, Λεκιούρ, Αφταλιού, Μιτσέλ κ.α.) οι κρίσεις μελετήθηκαν και περιεγραφήκαν αναλυτικά.
Όσο όμως συνεχιζόταν η μελέτη των επαναλαμβανομένων καπιταλιστικών κρίσεων τόσο γινόταν ολοφάνερο ότι η κρίση είναι μόνο μια φάση ενός ολόκληρου καπιταλιστικού κύκλου, ότι ολόκληρος ο κύκλος κατά κανόνα αποτελείται από τρεις βασικές φάσεις άνοδος — κρίση — στασιμότητα και ότι για την κατανόηση των κρίσεων είναι απαραίτητη η μελέτη όλων των φάσεων του κύκλου.
Κατά την αντίληψη μου, ο Σόμπαρτ έδωσε για πρώτη φόρα συγκεκριμένη έκφραση αυτής της αυξανόμενης πεποίθησης, ο οποίος στις αρχές του XX αιώνα δήλωνε ότι η θεωρία των κρίσεων πρέπει να μετατραπεί σε μια πιο γενική θεωρία, στη θεωρία της συγκυρίας και των διακυμάνσεών της συνολικά. (1) Η παραπέρα ανάπτυξη της θεωρίας ακολούθησε ακριβώς αυτήν την κατεύθυνση. (2)
Με τον τρόπο αυτό, ξεκινώντας από το πρόβλημα των κρίσεων, η οικονομική σκέψη οδηγήθηκε βήμα το βήμα στην θεωρία των κύκλων της συγκυρίας. Από το γεγονός αυτό βέβαια, το πρόβλημα των κρίσεων και η σημασία τους δεν έχασε την επικαιρότητα του. Ερευνάται όμως σε σχέση με το πρόβλημα της πορείας και των κύκλων συγκυρίας συνολικά.
Οι κύκλοι για τους οποίους εδώ γίνεται λόγος, είναι οι 7-11ετης καπιταλιστικοί κύκλοι, και παρά το γεγονός ότι μέχρι σήμερα δεν έχουμε μια ενιαία, κοινά αποδέκτη ερμηνεία των κύκλων, παρ’ όλα αυτά η μορφολογία τους, η διαδοχικότητά τους και τα συμπτώματα της εξέλιξής τους έχουν μελετηθεί αρκετά. Αναπτύχθηκαν σημαντικά και οι μέθοδοι της μελέτης τους. Σήμερα η θεωρία των κύκλων και των κρίσεων έφτασε ήδη στο πρόβλημα της πρόβλεψης της πορείας τους. (3)
Όμως, αυτοί οι 7-11ετης κύκλοι, κατά την άποψη μου δεν είναι οι μοναδικοί τύποι κύκλων της συγκύριας. Στην πραγματικότητα η δυναμική της καπιταλιστικής οικονομίας είναι πιο σύνθετη.
Παράλληλα με αυτούς τους κύκλους, τους οποίους από τη διάρκειά τους συμβατικά ονομάζουμε μέσους, τον τελευταίο καιρό σημειώνεται μια πιθανότητα ύπαρξης μικρών κύκλων με μέση διάρκεια περίπου 3,5 ετών. (4) Αυτό όμως είναι λίγο, υπάρχει βάση να σκεφτόμαστε ότι υπάρχουν επίσης κύκλοι δυναμικής της καπιταλιστικής οικονομίας με μέση διάρκεια περίπου 50 ετών.
Είναι δυνατόν να υπάρχουν επίσης και άλλες μορφές διακύμανσης στη δυναμική της ανάπτυξης της καπιταλιστικής οικονομίας. Αν όμως ακόμα δεχθούμε ότι μαζί με τους μέσους κύκλους υπάρχουν μικροί και μεγάλοι κύκλοι, τότε στην περίπτωση αύτη το πρόβλημα της οικονομικής δυναμικής γίνεται σημαντικά πιο σύνθετο. Πράγματι, είναι απαραίτητο να θυμόμαστε ότι η πραγματική διαδικασία της δυναμικής της οικονομικής ζωής είναι ενιαία. Εάν όμως εμείς αναλύοντας
αυτήν την πραγματική διαδικασία σε απλούστερα στοιχεία και μορφές, αποδεχόμαστε την ύπαρξη διαφορετικών τύπων κύκλων σε αυτήν τη δυναμική, ταυτόχρονα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι αυτοί οι κύκλοι αλληλοσυνδέονται και επιδρούν ο ένας στον άλλο μεταξύ τους. Εξ αυτού είναι φανερό ότι το πρόβλημα της δυναμικής αποδεικνύεται πολύ πιο σύνθετο από ό,τι αν υπήρχαν μόνο οι μέσοι κύκλοι. Είναι φανερό ότι η επεξεργασία του προβλήματος της δυναμικής σ αυτή τη σύνθετη μορφή μπορεί να ρίξει νέο φως και στο φαινόμενο των μέσων καπιταλιστικών κύκλων και κρίσεων.
ΙΙ
Στο παρόν άρθρο δεν μας ενδιαφέρει το πρόβλημα των μικρών κύκλων, αν αυτοί υπάρχουν στην πραγματικότητα και αν ναι τότε ποια είναι η φύση τους. Εμείς εξετάζουμε εδώ μόνο το πρόβλημα των μεγάλων κύκλων και μάλιστα όχι σ` όλο τους το μέγεθος. Θα θέλαμε να παρουσιάσουμε μόνο ορισμένα στοιχεία σχετικά με το αν υπάρχουν οι μεγάλοι κύκλοι και αν ναι, τότε πως αυτοί εμφανίζονται. Το πρόβλημα των μεγάλων κύκλων όχι μόνο δεν έχει διερευνηθεί, αλλά προς το παρόν δεν υπάρχει καθορισμένη αναγνώριση ακόμη και για την ύπαρξή τους.
Διάφοροι συγγράφεις παρόλα αυτά προσέγγισαν αυτό το αντικείμενο, όμως αρκετά αποσπασματικά και σε τυχαίες μορφές. Οι απόψεις τους για την ύπαρξη των μεγάλων κύκλων είναι διαφορετικές. Μερικοί από αυτούς κλίνουν να αναγνωρίσουν την πιθανότητα ύπαρξης των μεγάλων κύκλων. Άλλοι διαπιστώνουν την ύπαρξη μεγάλων περιόδων ανόδου και πτώσης της συγκυρίας αλλά δεν δίνουν συγκεκριμένη απάντηση σχετικά με την κυκλικότητα στην αλλαγή αυτών των περιόδων. Άλλοι πάλι σημειώνοντας τις μεγάλες περιόδους της ανόδου και της πτώσης της συγκυρίας αρνούνται την κυκλικότητά τους βλέποντάς την ως τυχαία.
Θα παρουσιάσουμε μερικούς συγγραφείς που ασχολήθηκαν με το πρόβλημα των μεγάλων κύκλων χωρίς την αξίωση όμως ότι θα είναι πλήρης ο χαρακτήρας αυτών των σημειώσεων. Στους συγγραφείς που σημειώνουν την πιθανότητα ύπαρξης των μεγάλων κύκλων ανήκει ο Μουρ, ο οποίος επί μακρόν χρόνο και επίμονα μελέτησε το πρόβλημα των κύκλων της οικονομικής δυναμικής. Κατά την διάρκεια της μελέτης του προβλήματος αναγνώρισε την αυστηρή 8ετη περιοδικότητα της κυκλικότητας της οικονομικής δυναμικής.
Τους περιοδικούς κύκλους της οικονομικής ζωής γενικά ο Μουρ τους θεωρεί παράγωγους (derived economic cycles) και τους συνδέει με τους περιοδικούς κύκλους της συγκομιδής. Τους κύκλους αυτούς τους θεωρεί βασικούς (generating economic cycles) και στη συνέχεια τους ερμηνεύει με κοσμικούς παράγοντες με τις περιοδικές διακυμάνσεις της ποσότητας των βροχοπτώσεων, που προσδιορίζονται από τις αλλαγές της θέσης της Αφροδίτης σε σχέση με τον Ήλιο και τη Γη. (5)
Πουθενά ο Μουρ δεν ασχολήθηκε ειδικά με το πρόβλημα των μεγάλων κύκλων. Μελετώντας όμως τους 8ετης κύκλους, συγκεκριμένα, δυο φορές αντιμετώπισε το πρόβλημα των μεγάλων κύκλων. Στην πρώτη του εργασία «Economic cycles» αναγνωρίζει την πιθανότητα ύπαρξης μεγάλων κύκλων διάρκειας 33ετων. Στην εργασία όμως αύτη μελέτησε στοιχεία για μικρή σχετικά
περίοδο και την πιθανότητα 33ετων κύκλων την διαπίστωσε από στοιχεία για την συγκομιδή και τις βροχοπτώσεις. Στην δεύτερη εργασία του «Generating cycles» - μελέτησε την κίνηση των τιμών για 96 χρόνια και παράλληλα με τους 8ετεις κύκλους υποχρεώθηκε να διαπιστώσει την πιθανότητα μεγάλων κύκλων διάρκειας μεταξύ 16 -24 ετών και 48 ετών.
Αντιμετωπίζοντας όμως το πρόβλημα των μεγάλων κύκλων ο Μουρ άφησε ανοιχτό το τελικό ερώτημα όχι μόνο για την διάρκεια αυτών των κύκλων αλλά και για το αν υπάρχουν στην πραγματικότητα. Δεν είπε την τελική του γνώμη - υπάρχουν άραγε πραγματικά μεγάλοι κύκλοι ή τα μεγάλα κύματα που παρατήρησε αποτελούν μόνο μορφή της αιώνιας κίνησης. (6)
Στην αναγνώριση της ύπαρξης των μεγάλων κύκλων, αν και αρκετά απροσδιόριστα, κλίνει και ο Λεσκιούρ. Αυτός έδωσε μια εμπειρική περιγραφή των μεγάλων κύκλων στις διακυμάνσεις των τιμών, των μισθών, του επιτοκίου και της προσόδου από το δεύτερο μισό του XIX αιώνα. (7)
Ταυτόχρονα προσπάθησε να αποδείξει ότι στις περιόδους αύξησης των τιμών ιδιαίτερα γρήγορα αυξάνεται και η παραγωγή και η προσφορά και η ζήτηση. Αντίθετα, σε περιόδους μακράς πτώσης των τιμών, τα παραπάνω ή πέφτουν ή είναι σταθερά ή αυξάνονται πολύ αργά.
Με άλλα λόγια, αυτός τείνει να αναγνωρίσει την παρουσία των μεγάλων κύκλων στις διακυμάνσεις σχεδόν όλων των οικονομικών στοιχείων. Μαζί μ’ αυτό ο Λεσκιουρ προφανώς τείνει να εξετάσει την αλλαγή των περιόδων μακράς ανόδου και πτώσης της συγκυρίας ως κυματοειδούς - κυκλικής διαδικασίας με διάρκεια 50 ετών. Την ίδια σκέψη για την ύπαρξη των μεγάλων κυκλικών διακυμάνσεων την εξέφρασε εν παρώδω, και σε άκρως ασαφή μορφή και σε προηγούμενη εργασία του για τις κρίσεις. (8)
Ο Αφταλιόν στην εργασία του για τις κρίσεις σημειώνει με τον ίδιο τρόπο, παράλληλα( κατά την δική μας ορολογία) με τους μέσους κύκλους, την παρουσία μακροχρόνιων διακυμάνσεων της συγκυρίας. Δεν τους κατατάσσει ως μεγάλους κύκλους, δεν δείχνει την διάρκεια τους, εν τούτοις όμως δεν τους θεωρεί και ως τυχαίες διακυμάνσεις. (9)
Ακριβώς το ίδιο και ο Σπίντχοφ, δεν λέει τίποτα για μεγάλους κύκλους. Στην ουσία όμως και αυτός πλησιάζει το πρόβλημα. Προσεκτικά ερευνά τους μέσους κύκλους και τις κρίσεις και εν μέρει τους κύκλους και τις κρίσεις από το δεύτερο τέταρτο του ΧΙΧ αιώνα. Στη διάρκεια αυτής της έρευνας οδηγείται στην ανάγκη να εισάγει την έννοια για δυο τύπους περιόδων της οικονομικής δυναμικής. Κάθε μια απ’ αυτές αποτελείται από μερικούς μέσους κύκλους. Ταυτόχρονα όμως, ο ένας απ’ αυτούς χαρακτηρίζεται από μια γενική ανοδική τάση (Aufschwungspanne), o άλλος χαρακτηρίζεται από μια καθοδική τάση, από σημάδια στασιμότητας (Stockungsspanne). Επειδή κατά την άποψη του Σπίντχοφ, οι περίοδοι αυτοί αντικαθιστούν η μια την άλλη, στην ουσία αποτελούν κατά κάποιο τρόπο τα δυο μέρη του κύματος του μεγάλου κύκλου: το ανοδικό και το καθοδικό. Ο Σπίντχοφ δεν θεωρεί την αλλαγή τους κυκλική, οι διαπιστωμένες από τον ίδιο εμπειρικές περίοδοι προκαλούν την σκέψη γι’ αυτήν την κυκλικότητα. Διαπιστώνει μια
καθοδική περίοδο από το 1822 μέχρι το 1843 και μια ανοδική από το 1874 μέχρι το 1913. (10)
Με εμπειρική μέθοδο περιγράφει την εικόνα των μεγάλων κύκλων, τουλάχιστον στον τομέα των τιμών, ο Λέιτον, χωρίς όμως να βγάζει κάποια γενικά συμπεράσματα για την παρουσία στην πραγματικότητα των μεγάλων κύκλων και περιορίζει τα κύματα των διακυμάνσεων που έχει διαπιστώσει στις αλλαγές της αγοραστικής δύναμης του χρήματος. (11)
Σημειώνοντας την παρουσία των μεγάλων κυμάτων στην κίνηση των τιμών, ο Κάουτσκι (12) και ο Κάσσελ, (13) σαφώς αναγνωρίζουν τον τυχαίο χαρακτήρα τους, που βασίζεται στις αλλαγές της εξόρυξης του χρυσού. Από τους Ρώσους συγγραφείς ο Λ. Τρότσκι, αναγνωρίζοντας την παρουσία των μεγάλων κυμάτων της συγκυρίας επίσης αρνείται τον νομοτελειακό - κυκλικό χαρακτήρα αυτών των διακυμάνσεων και τις εξετάζει ως αποτέλεσμα τυχαίων και για αυτό απρόβλεπτων περιστατικών οικονομικού και πολιτικού χαρακτήρα. (14)
Από την παραπάνω ανασκόπηση είναι φανερό πως μόνο πολλοί λίγοι συγγραφείς θίγουν το πρόβλημα των μεγάλων διακυμάνσεων της συγκυρίας. Μερικοί απ’ αυτούς θίγουν μόνο το πρόβλημα των μεγάλων διακυμάνσεων των τιμών. Ανάμεσα στις απόψεις των συγγραφέων που ασχολήθηκαν με το πρόβλημα των μακροχρόνιων διακυμάνσεων της συγκυρίας δεν υπάρχει ομοφωνία και επιπλέον όχι μόνο σχετικά με τις αιτίες αυτών των διακυμάνσεων αλλά και για τον χαρακτήρα τους, ιδιαίτερα σχετικά με την νομοτέλεια και την κυκλικότητά τους. Δεν υπάρχει ούτε ένας συγγραφέας που να ασχολήθηκε ειδικά με το πρόβλημα των μεγάλων κύκλων. Δεν υπάρχει ούτε ένας συγγραφέας, ο οποίος να αναγνωρίζει την ύπαρξη αυτών των κύκλων σαφώς και ξεκάθαρα.
ΙΙΙ
Η έρευνα του προβλήματος για τους μεγάλους κύκλους είναι πάρα πολύ δύσκολη. Πρώτον, διότι στην ουσία του προϋποθέτει μεγάλης διαρκείας περίοδο παρατήρησης της δυναμικής της οικονομικής συγκυρίας. Όμως, παρόλη την επιθυμία μας να προχωρήσουμε όσο το δυνατόν πιο βαθιά στην ιστορία, εξαιτίας της κατάστασης των δεδομένων καθώς και εξαιτίας της απουσίας ομοιογένειας και συγκρισιμότητας των υπό μελέτη φαινομένων, δεν μπορούμε να πάμε πολύ μακριά, πέρα από το τέλος του XVIII αιώνα. Δεύτερον, διότι και από το τέλος του XVIII αιώνα μέχρι τα μέσα του ΧΙΧ αιώνα δεν διαθέτουμε πλήρη, συνεχή και ικανοποιητικά δεδομένα για τη δυναμική της συγκυρίας.
Παρόλα αυτά κάναμε την προσπάθεια να συγκεντρώσουμε και να επεξεργαστούμε όσα στοιχεία υπάρχουν τόσο στατιστικού όσο και περιγραφικού χαρακτήρα για την Γερμανία, τη Γαλλία, την Αγγλία και τις ΗΠΑ, για όσο το δυνατόν πιο μακροχρόνια περίοδο. Παρακάτω παρουσιάζονται μερικά αρχικά αποτελέσματα αυτής της εργασίας Επειδή μέχρι τα μέσα του ΧΙΧ αιώνα το πιο συστηματοποιημένο στατιστικό υλικό που υπάρχει είναι για την Αγγλία και την Γαλλία γι’ αυτό για συντομία αυτού του άρθρου ως βάση χρησιμοποιήσαμε τα
δεδομένα ακριβώς αυτών των χωρών, Τα δεδομένα των άλλων χώρων, ιδιαιτέρως των ΗΠΑ, χρησιμοποιούνται μόνο σε μερικές ξεχωριστές περιπτώσεις.
Γνωρίζοντας ότι η δυναμική της συγκυρίας της καπιταλιστικής οικονομίας αποτελεί μια ενιαία διαδικασία, παρόλα αυτά, επειδή το πρόβλημα είναι σύνθετο και νέο, παρακάτω αναλύουμε ορισμένα από τα πιο βασικά στοιχεία της οικονομίας.
Πριν περάσουμε στην εξέταση της πραγματικής δυναμικής της συγκυρίας και των διακυμάνσεων σ’ αυτήν, θα παρουσιάσουμε τη μέθοδο επεξεργασίας που χρησιμοποιήσαμε στη μελέτη των ξεχωριστών στοιχείων, εξ’ αιτίας της ιδιαιτερότητας αυτών των στοιχείων, σε ορισμένες περιπτώσεις η μέθοδος είναι διαφορετική.
Όλα τα στοιχεία της οικονομικής πραγματικότητας που εξετάσαμε, από τον χαρακτήρα της δυναμικής τους, χωρίζονται κατ’ αρχήν σε δυο ομάδες. Τα στοιχεία της πρώτης ομάδας χαρακτηρίζονται από το ότι παράλληλα με την διαδικασία της διακύμανσης, η δυναμική τους δεν αποκαλύπτει κάποια γενική τάση αύξησης ή πτώσης ή αυτή η τάση τους σχεδόν δεν διακρίνεται, τουλάχιστον στην περίοδο που εξετάζουμε Σ’ αυτά συμπεριλαμβάνονται μερικά στοιχεία με τις τιμές, για παράδειγμα οι τιμές εμπορίου. Στην επεξεργασία των στατιστικών δεδομένων για την δυναμική των στοιχείων αυτής της ομάδας για την αποκάλυψη των μεγάλων κύκλων χρησιμοποιούμε στοιχειώδεις μεθόδους ανάλυσης. Ιδιαίτερα στην περίπτωση των τιμών παίρνουμε τους δείκτες τους χωρίς να τους υποβάλουμε ακόμη και στη μηχανική εξομάλυνση.
Τα στοιχεία της δεύτερης ομάδας, που είναι και περισσότερα, χαρακτηρίζονται από το ότι στη δυναμική τους, ενώ είναι οργανικά συνδεδεμένα με την γενική διεύρυνση του όγκου και της έκτασης της οικονομικής ζωής της κοινωνίας και του πλούτου της, παράλληλα με την διαδικασία των διακυμάνσεων παρουσιάζουν επίσης και μια τάση συγκεκριμένης κατεύθυνσης, κατά κανόνα, τάση ανόδου. Στα στοιχεία της ομάδας αυτής ανήκουν α) μερικά στοιχεία καθαρά αξιακού χαρακτήρα, όπως είναι για παράδειγμα το επιτόκιο, οι μισθοί, οι καταθέσεις στις τράπεζες κ.α. β) στοιχεία μικτού χαρακτήρα, δηλ. που σχηματίζονται κάτω από την επίδραση των αλλαγών τόσο αξιακών όσο και φυσικών παραγόντων, για παράδειγμα ο όγκος του εξωτερικού εμπορίου εκφρασμένος σε αξίες και τέλος γ)στοιχεία καθαρά φυσικού χαρακτήρα, για παράδειγμα, δεδομένα για τα προiόντα των κλάδων της βιομηχανίας και την κατανάλωση διαφόρων εμπορευμάτων. Τα στατιστικά δεδομένα, που έχουν σχέση με την δυναμική των στοιχείων της δεύτερης ομάδας και χρησιμοποιούνται χωρίς επεξεργασία, δεν αποκαλύπτουν τους κύκλους ή τους αποκαλύπτουν με μειωμένη σαφήνεια, επί πλέον, πολλές φορές δεν αποκαλύπτουν όχι μόνο τους μεγάλους αλλά και οποιουσδήποτε άλλους κύκλους, στις περιπτώσεις που χρησιμοποιούνται καθαρά φυσικά στοιχεία. Για να εξακριβώσουμε την παρουσία ή την απουσία των μεγάλων κύκλων, είναι εδώ απαραίτητο να χρησιμοποιηθούν πιο σύνθετες μέθοδοι επεξεργασίας στατιστικών σειρών.