Ο Ρήγας Βελεστινλής, μέσα από τη γεμάτη δράση ζωή του και από το έργο του το πλήρες φιλοσοφικής διαύγειας, υπήρξε η πιο δραματική έκφραση της ζύμωσης που προκλήθηκε από τη Γαλλική Επανάσταση στο ελληνικό πολιτικό γίγνεσθαι και στον ελληνικό πολιτικό στοχασμό κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας του 18ου αιώνα.
Η εγκατάλειψη των Ελλήνων στην τύχη τους μετά το τέλος του ρωσσοτουρικού πολέμου 1788-1792 από τη μία πλευρά και τον απόηχο της Γαλλικής Επανάστασης στην Ν.Α. Ευρώπη από την άλλη, υπήρξαν οι αιτίες της εμφάνισης των νέων μορφών πολιτικής στάσης στην Ελλάδα που χαρακτηρίστηκαν ιδιαίτερα από την συνειδητή δράση, την προσήλωση σε συγκεκριμένους στόχους, την οργάνωση και την μαχητική προσπάθεια μεταβολής κυρίως του πολιτικού συστήματος. Αυτή η νέα εκδοχή της πολιτικής δράσης σηματοδοτούσε την αποκορύφωση ενός αιώνα ιδεολογικών αλλαγών που κατέληγαν σε νέες ηθικές και πολιτικές δραστηριότητες: του κινήματος του Νεο-Ελληνικού Διαφωτισμού, του κινήματος της κοινωνικής και πολιτικής αφύπνισης των υπόδουλων Ελλήνων καθώς επίσης και όλων των λαών που βρίσκονταν υπό την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Ο νέος τύπος πολιτικής θεμελιωνόταν κυρίως στην αποτυχία των προσδοκιών, που είχαν επενδύσει οι προηγούμενες γενιές του Νεο-Ελληνικού Διαφωτισμού, στη Φωτισμένη Δεσποτεία σαν φορέα αλλαγής. Στο σημείο αυτό ο Ρήγας υπήρξε ξεκάθαρα ο πιο επιφανής εκπρόσωπος αυτής της νέας πολιτικής.
Υπήρξε ο εκφραστής του Ριζοσπαστικού Διαφωτισμού1 που πραγματοποιήθηκε
μέσα από την ενότητα θεωρίας και πράξης, ενότητα της οποίας υπήρξε ο ίδιος το
πιο συνεπές παράδειγμα.
Γεννήθηκε στο Βελεστίνο – αρχαίες Φερές – το 1757 στους κόλπους μίας
ευκατάστατης οικογένειας. Άρχισε τις σπουδές του στην Ελλάδα και τις ολοκλήρωσε στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν δάσκαλος, αλλά εξάσκησε για λίγο
καιρό το επάγγελμα του, καθώς πολύ γρήγορα προσέφυγε στο εξωτερικό, για να ζήσει πρώτα στο Βουκουρέστι και στην συνέχεια στη Βιέννη, η οποία έγινε το
επίκεντρο της ανατρεπτικής δραστηριότητάς του.
Εκεί δημοσίευσε τα επαναστατικά του έργα μέχρις ότου ένα από τα
χειρόγραφά του με τίτλο «Επαναστατικό Μανιφέστο», προορισμένο για τον φίλο
του Αντώνη Κορονιό, σύντροφο στην παρανομία, έπεσε στα χέρια της
αυστριακής Αστυνομίας. Αμέσως συνελήφθηκε στην Τεργέστη, την 1η Δεκεμβρίου 1797 και μεταφέρθηκε στη Βιέννη για δικαστική ανάκριση, μετά το
τέλος της οποίας αποδόθηκε στις οθωμανικές αρχές στο Βελιγράδι. Εκεί, αυτός
και επτά από τους συντρόφους του στραγγαλίστηκαν και τα σώματά τους
ρίχτηκαν στον Δούναβη.
Όλη η ζωή του χαρακτηριζόταν από το πάθος για την ελευθερία και την δημοκρατία, καθώς ο αμετακίνητος σκοπός του ήταν η απελευθέρωση των
Ελλήνων και των άλλων υπόδουλων λαών της Βαλκανικής Χερσονήσου. Ο
ριζοσπαστισμός του υπήρξε προϊόν της κριτικής του στάσης απέναντι στην
κοινωνική πραγματικότητα της εποχής του, την οποία γνώρισε με τρόπο άμεσο
μεγαλώνοντας σε αγροτικό περιβάλλον της ελληνικής κοινωνίας. Κατά τη
διάρκεια όλης του της ζωής, βρισκόταν σε κατάσταση διαρκούς κινητικότητας
τόσο γεωγραφικά όσο και κοινωνικά - πνευματικά χάρη στην οποία μπόρεσε να
συλλάβει καλύτερα τις κοινωνικές και πολιτιστικές συνθήκες και να συνειδητοποιήσει ξεκάθαρα ότι οι υπόδουλοι λαοί θα έπρεπε να ξεσηκωθούν για
να πετύχουν τελικά να αποκτήσουν και να διασφαλίσουν την ελευθερία τους.
Προς τη συνειδητοποίηση αυτή, οι ιδέες του Γαλλικού Διαφωτισμού και
της Γαλλικής Επανάστασης έπαιξαν φυσικά τεράστιο ρόλο. Όπως πολύ
χαρακτηριστικά έγραψε ο Λουκάς Αξελός:
« Ο περίφημος Βολταίρος, ο κύριος Μοντεσκιέ και ο μη αναφερόμενος με το
όνομά του αλλά μνημονευμένος από χαρακτηριστικά αποσπάσματα στα
ελληνικά και στα γαλλικά, που είχαν ενσωματωθεί στον πρόλογο του έργου του
«Φυσικής Απάνθισμα», ο Ζαν Ζακ Ρουσσώ, του οποίου η παρουσία είναι
εμφανής στο έργο του Ρήγα…»