ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Μια αλλόκοτη ξενάγηση
Αγαπητέ αναγνώστη, έλαβες την απόφαση να ταξιδέψεις για τα νησιά των Κυκλάδων. Ίσως ήδη να λιάζεσαι σε μια νησιώτικη παραλία ή να είσαι στο βαπόρι, «καθ’ οδόν». Μπορεί να είσαι όμως Κυκλαδίτης και να επισκέπτεσαι το πατρικό σου μέρος. Μπορεί ακόμα να είσαι μόνιμος κάτοικος της Πάρου.
Το παρόν βιβλίο απευθύνεται σε όλους μας, ντόπιους και ξένους, μόνιμους κάτοικους και επισκέπτες. Έχει σκοπό να κάνει μια πρωτότυπη και αλλόκοτη ξενάγηση στα Κυκλαδονήσια. Πιο πολύ όμως στην Πάρο, απ’ όπου κατάγεται ο συγγραφέας και όπου ζει. Ξενάγηση στα αξιοθέατα των αισθήσεων, αλλά λιγότερο στην όραση, καθώς οι εικόνες τώρα είναι πολλές και, με την τεχνολογία, άπειρες. Πιο πολύ θα ταξιδέψουμε στη μαγική χώρα των ήχων και του αυτιού! Εδώ δεν μας χρειάζονται τόσο τα ανοιχτά μάτια, αλλά τα προσεχτικά αυτιά. Θα επισκεφτούμε μερικά τοπία με κλειστά μάτια και με ανοιχτά αυτιά και θα καταγράψουμε τις εντυπώσεις μας. «Υμών δε μακάριοι οι οφθαλμοί ότι βλέπουσι, και τα ώτα υμών, ότι ακούουσιν».
Δεν θα μείνουμε όμως μόνο εδώ. Τις εντυπώσεις αυτές πρέπει να τις περιγράψουμε, να τις διηγηθούμε κάπου. Τώρα αρχίζουν οι δυσκολίες. Αλλά μην χάνετε το κουράγιο σας. Θα ζητήσουμε βοήθεια και θα τη λάβουμε από εκείνους που είχαν πάντα τέτοιες φροντίδες περιγραφών. Τους ποιητές και λογοτέχνες μας. Έτσι θα έρθουμε σ’ επαφή με το κυκλαδικό τοπίο, όχι μόνο με τις δικές μας αισθήσεις, αλλά και με τις αισθήσεις ανθρώπων υπερευαίσθητων, που «με τ’ αυτί στην πέτρα» τα σε όλους άηχα ακούν και προσέχουν. Κάποτε, που τ’ αυτοκίνητα στα νησιά τα μετρούσαμε στα δάχτυλα, για να «δούμε» αν έρχεται το λεωφορείο που περιμέναμε, ακουμπούσαμε το αυτί μας στο χώμα! Κάτι τέτοιο θα μπορούσαμε να κάνουμε για να αποκρυπτογραφήσουμε μια ηχητική πραγματικότητα που στη σύγχρονη ζωή συχνά διαφεύγει.
Δεν θα μείνουμε όμως μόνο στ’ αυτιά. Θα βάλουμε σε κίνηση και την αδρανή μύτη μας, τη γεύση μας και την αφή μας και θα επικαλεστούμε τους ποιητές που αυτά τα αισθητήρια τα έχουν σε υπόληψη και τα εξασκούν. Έτσι θα αποκτήσουμε μια καλύτερη εικόνα για όσα βλέπουμε, για όσα μέχρι τώρα είναι των ματιών μας και μόνο. Θα δοθεί μια καλή ευκαιρία επίσης να ασκήσουμε όλες τις αισθήσεις, γιατί ο σημερινός πολιτισμός παρατόνισε την αξία της εικόνας και πολλά, δυστυχώς, τα χάνουμε. «Τι είδες εκεί που πήγες» λέμε, και όχι συχνά «τι άκουσες, τι μύρισες, τι γεύτηκες, τι έπιασες».
Το αυτί και οι άλλες αισθήσεις
Η ακοή και η όσφρηση εγγράφονται στη μνήμη βαθύτερα από τις άλλες αισθήσεις. Είναι μια πραγματικότητα που θα έπρεπε η εκπαίδευση να λάβει υπόψη της.
Ας μιλήσουμε λίγο για τις πέντε αισθήσεις προσπαθώντας να βρούμε ξεχωριστά χαρακτηριστικά στην κάθε μια και τον τρόπο που προβάλλονται στον κόσμο των λέξεων. Κάθε αίσθηση δεν λειτουργεί ανεξάρτητα. Δεν είναι αυτόνομη. Συνδέεται με ορατούς και αόρατους διαδρόμους για να δώσει ένα συνολικό αποτέλεσμα, αλλά και κάτι πέρα και πάνω απ’ αυτό, κάτι ανεξήγητο και ανεξερεύνητο που το αποκαλούμε έκτη αίσθηση.
Κάθε χρώμα λ.χ. έχει τη μυρωδιά και τον ήχο του. Η πικροδάφνη και η καλαμιά δεν έχουν, μόνο, η καθεμιά τα δικά της χρώματα και ύφος. Έχουν και μια διαφορετική συνομιλία με τον αέρα, διαφορετικό τρόπο να εκφράζονται, διαφορετικό τρόπο να μυρίζουν και να έλκουν έναν ξεχωριστό πλούτο ζωής.
Σύγχυση των αισθήσεων
Για όλες τις αισθήσεις υπάρχει μια παρέκκλιση, μια υπερβολή, και στιγματίζουμε τον ηδονοβλεψία, τον ωτακουστή που κρυφακούει, το λαίμαργο και τον εφαψία. Μόνο για την οσμή, φαίνεται, δεν υπάρχουν όρια και κατηγορίες.
Αλλά βρίσκονται και σπάνιοι άνθρωποι με τη δύναμη, ή την αδυναμία, της «συναίσθησης», μιας πολύ παράξενης ιδιότητας του εγκεφάλου τους στον οποίο δημιουργείται σύγχυση των αισθήσεων. Ενώ οι πληροφορίες από το περιβάλλον μας εισέρχονται στο κεφάλι μας μέσω διαφορετικών αισθητήριων οργάνων, μόλις μπουν συνδέονται στενά μεταξύ τους με διόλου τυχαίους τρόπους. Οι χημικές ζυμώσεις και οι ηλεκτρικές ωθήσεις που παράγονται διεγείρουν ξεχωριστά κέντρα για κάθε μία αίσθηση, αλλά κάποτε προκαλούνται εντυπωσιακά μπερδέματα.
Θα νιώθαμε έκπληξη αν μας έλεγαν ότι η μουσική έχει γεύση, ότι υπάρχουν λέξεις που μυρίζουν ή δίνουν λάμψεις χρώματος, ενώ πολλά χρώματα… ακούγονται! Μόλις ένα ή δύο άτομα στα 1000 είναι συναισθητικοί, οι ειδικοί επιστήμονες όμως πιστεύουν ότι όλοι μας συνδέουμε ασυνείδητα την όραση με την ακοή και έχουμε την τάση να συμφωνούμε μεταξύ μας σχετικά με το ποιες εικόνες ταιριάζουν με ποιους ήχους. Παρόλ’ αυτά, μόνο μια πολύ μικρή μειονότητα γνωρίζει αυτή τη σχέση των αισθήσεών μας. Μια τέτοια σύνδεση, μια τέτοια σύγχυση από ένα ελάχιστο βαθμό ως ένα μέγιστο, μπορεί να μας χαρακτηρίζει όλους, κι εδώ βρίσκεται ένα σημείο που ίσως ερμηνεύει τα πολύ ξεχωριστά ταλέντα στη μουσική, στη ζωγραφική, ακόμα και στην ποίηση. Καμιά φορά δίνει ιδιαίτερη δύναμη η συναίσθηση αυτή.
Οι συναισθητικοί συχνά αναφέρουν συσχετίσεις ανάμεσα στις αποχρώσεις των χρωμάτων, τους τόνους των ήχων και την ένταση των γεύσεων. Οι συσχετίσεις αυτές των αισθήσεων, για τους συναισθητικούς, δεν είναι καθόλου μεταφορικές. Για αυτούς «πραγματικά» τα χρώματα έχουν γεύση, οι οσμές ηχούν κ.λπ. και η εμπειρία τους αυτή είναι διαρκής σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Η περίεργη αυτή ιδιαιτερότητα χάνει την έντασή της κατά την ενηλικίωση ή μετά από αυτήν. Ένας συναισθητικός είναι πιθανό να «δει» έντονο κόκκινο χρώμα καθώς ανεβαίνει η συχνότητα ενός ήχου ή να αισθανθεί μια «γλυκιά» γεύση βλέποντας έναν πίνακα! Η νότα μι, είπε κάποιος, είναι ξινή, ενώ άλλες νότες δίνουν καλύτερες γεύσεις. Για παράδειγμα, ένας συναισθητικός βλέποντας έναν πίνακα του Kandinsky είπε πως ένιωσε «έναν δυνατό προκλητικό ήχο», «έναν υπόκωφο ήχο που σταδιακά δυνάμωνε καταλήγοντας σε ένα ηχηρό γέλιο». Οι συναισθητικοί που «βλέπουν» ήχους θα δυσκολευτούν να εργαστούν σε μια θορυβώδη τάξη. Πρόκειται για μια πολύ πιο έντονη εμπειρία. Τα άτομα που συνδέουν χρώματα με γράμματα θα συναντήσουν προβλήματα στην ανάγνωση: κάποια συναισθητικά παιδιά συγχέουν το χρώμα των αριθμών με τις αριθμητικές ιδιότητές τους, πιστεύοντας ότι η πρόσθεση μεταξύ ενός «μπλε» και ενός «κίτρινου» αριθμού πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα έναν «πράσινο» αριθμό. Όταν ακούμε ένα μουσικό κομμάτι, στο μυαλό μας βλέπουμε εικόνες, παραστάσεις, πραγματικές ή φανταστικές, που ο νους μας τις συνδέει με τη μουσική. Για κάποιους όμως, μια ζωγραφιά μπορεί να κρύβει από πίσω της μια ολόκληρη ορχήστρα. «Όταν ακούω ένα βιολί, βλέπω κάτι σαν πλούσιο κόκκινο κρασί» είπε άλλος συναισθητικός. «Το τσέλο είναι πιο πολύ σαν μέλι». O εξπρεσιονιστής ζωγράφος Wassily Kandinsky ήθελε να μπορούν οι άνθρωποι όχι μόνο να βλέπουν τα έργα του αλλά και να τα ακούν, όπως υποστηρίζει ένας επιστήμονας ειδικός στο φαινόμενο της συναισθησίας.
Υπάρχουν άνθρωποι λοιπόν που μπορούν να γεύονται τη μουσική, να βλέπουν ήχους ή να ακούν εικόνες. Μερικοί απ’ αυτούς ίσως βρίσκουν λίγο αλμυρό το ορθογώνιο τρίγωνο που σχεδιάσαμε για να αποδείξουμε το Πυθαγόρειο Θεώρημα!
Εμείς εδώ δεν θα ασχοληθούμε με τη δύναμη αυτή ή την αδυναμία ελάχιστων ανθρώπων. Θα ξαναπούμε όμως ότι κάθε εγκέφαλος είναι ξεχωριστό χημικό εργοστάσιο και δίνει ηλεκτρικά ερεθίσματα διάφορα, έτσι που κανένας μας να μη μοιάζει με τον άλλο. Σύμφωνα με τους ερευνητές, δεν είναι σύμπτωση το ότι η συναισθησία είναι οχτώ φορές περισσότερο συνηθισμένη ανάμεσα στους συγγραφείς και στους καλλιτέχνες.
Κόσμος φανερός και κρυφός
Υπάρχει ένας κόσμος ορατός κι ένας αόρατος, ένας κόσμος ακουστός κι ένας που δεν ακούγεται, ένας φανερός κι ένας κρυφός. Υπάρχει ένα σύμπαν που περνά στη συνείδησή μας από τους πόρους που οδηγούν εκεί, προς τα μέσα μας. Τη μύτη, το στόμα, την αφή. Ένας άλλος κόσμος που περνά από άλλους περίεργους δρόμους που τους αποκαλούμε «έκτη αίσθηση» και δεν ξέρουμε τι ακριβώς είναι.
Ο άνθρωπος έχει αναπτύξει τις αισθήσεις-παράθυρα, απ’ όπου ένα μέρος αυτού του κόσμου περνά στη συνείδηση και την ψυχή του. Την όραση, την ακοή, τη γεύση, την όσφρηση και την αφή. Αλλά και κάτι που δεν προσδιορίζεται εύκολα, σαν έξω και μέσα από τις αισθήσεις αυτές, σαν έκτη αίσθηση, σαν ένα ακόμα παράθυρο επαφής κι επικοινωνίας με τον κόσμο.
Απ’ όλες τις αισθήσεις, πάλι, μόνο ένα μέρος του κόσμου γίνεται αντιληπτό, γιατί οι αισθήσεις είναι παράθυρα-φίλτρα και δεν επιτρέπουν σε όλα να περάσουν. Δεν τα βλέπουμε όλα, δεν τα ακούμε όλα, δεν τα οσφραινόμαστε όλα.
Βεβαίως, δεν αρκούν τα παράθυρα αυτά για να μπουν στη συνείδησή μας τα πάντα. Ούτε και το έκτο παράθυρο συμπληρώνει αυτή τη ζωική, θα λέγαμε, αδυναμία. Γιατί υπάρχουν και πολλές άλλες ιδιότητες του κόσμου, για την αντίληψη των οποίων θα χρειαζόντουσαν και άλλα αισθητήρια.
Αλλά ας μείνουμε στις αισθήσεις που ξέρουμε. Ο κόσμος που γνωρίζουμε είναι κυρίως κόσμος του ματιού, της όρασης. Ο σημερινός πολιτισμός είναι περισσότερο πολιτισμός του θεάματος. Οι άλλες αισθήσεις έχουν υποβιβαστεί. Ιδιαίτερα έχει υποβιβαστεί η ακοή, όπως θα καταδειχθεί από τα παρακάτω.
Απομάκρυνση από την πραγματικότητα
Η μεγάλη ανάπτυξη της τεχνολογίας έφερε πολλές ευκολίες και στον τομέα της μουσικής. Από τη ζωντανή μουσική, το σουραύλι του βοσκού, τις σφυρίχτρες των παιδιών, το γραμμόφωνο και τη λατέρνα, καταλήξαμε στο σημείο να μπορούμε ν’ ακούσουμε μουσική απ’ το ρολόι μας και το κινητό τηλέφωνο. Μουσική στο αυτοκίνητο, στο κατάστημα, στην παραλία, στο εστιατόριο. Όπως τα μάτια μας, έτσι και τ’ αυτιά μας, πρέπει να είναι διαρκώς απασχολημένα. Η μουσική, καλή και κακή, σκέπασε τα πάντα. Έγινε είδος κατανάλωσης και μας έφερε στο σημείο να μην ακούμε!
Από την άλλη, η σύγχρονη τεχνολογία μάς γνωρίζει το φαινόμενο της βίαιης διάδοσης θορύβων, που έχουν πλημμυρίσει το περιβάλλον και απειλούν την υπόστασή μας. Είναι εντυπωσιακό το ότι η σύγχρονη διασκέδαση της νεολαίας απαιτεί πολύ θόρυβο και πολλά φώτα, έτσι που θα έλεγε κανείς πως υπάρχει μια σκόπιμη, μια κατευθυνόμενη τύφλωση και κουφαμάρα.
Ο πολιτιστικός ιμπεριαλισμός, στα μακροπρόθεσμα σχέδιά του, μας θέλει κουφούς και αόμματους και αργότερα ανθρώπους χωρίς αισθήσεις όσφρησης, αφής και γεύσης. Για να γινόμαστε καταναλωτές πρόθυμοι, χωρίς αναστολές λογικής και κρίσης.
Τη μουσική, τη γέννησε η φύση και έφερε τον άνθρωπο σε μια άλλη σχέση μαζί της. Σήμερα η ποσότητα σκοτώνει. Κλείνει τους διαδρόμους προς το περιβάλλον. Υποτάσσει. Γεννιούνται καινούριες υποδουλώσεις της ψυχής του ανθρώπου. Αποστρέφουμε το πρόσωπό μας από τη φύση και ατενίζουμε με θαυμασμό την τεχνολογία. Έχουμε έναν κόσμο σε κουτιά κονσέρβας και προσπαθούμε να τραφούμε με αυτόν.
Υπάρχει απομάκρυνση από την πραγματικότητα, που την επισημαίνουν κοινωνιολόγοι και φιλόσοφοι. Η κοπέλα που στη θάλασσα χαίρεται το μικρό στερεοφωνικό της ή τα τραγούδια απ’ το κινητό τηλέφωνο, τώρα είναι απομακρυσμένη από την πραγματικότητα. Δεν την ακούει. Τ’ αυτιά της είναι στραμμένα σε ήχους ξένους με το περιβάλλον, μέσα στο οποίο εκείνη την ώρα ζει. Σαν να επιθυμεί, αντί να απολαύσει το παρόν, να δραπετεύει σε έναν κόσμο τεχνητό. Ήρθε από την πόλη των θορύβων και τώρα, που της μιλά η θάλασσα με το φλοίσβο της παραλίας και ο τοπικός άνεμος, δεν μπορεί ν’ ακούσει. Λίγο πολύ, ο σημερινός πολιτισμός διαμορφώνει ανθρώπους με τα αισθητήριά τους παγιδευμένα σε μια άλλη πραγματικότητα.
Τον κόσμο αρχίζουμε να τον κατανοούμε όταν έχουμε γυμνάσει όλες μας τις αισθήσεις. Η σύγχρονη ζωή εξασθενεί όλα τα αισθητήρια και πρέπει να καταβάλουμε μεγάλη προσπάθεια να μην τυφλωθούμε και να μην κουφαθούμε. Η τύφλωση επέρχεται με την άσκηση τέτοιας πίεσης στα μάτια ώστε να βλέπουν όλα όσα αποφασίζουν οι δικτάτορες της εικόνας, στην σημερινή κοινωνία του θεάματος. Το ίδιο γίνεται και με τ’ αυτιά με τους δικτάτορες των ήχων. Αλλά υπάρχουν ακόμα η αφή, η όσφρηση, η γεύση. Έχουμε κι εδώ φαινόμενα παρέμβασης των εξουσιών και της τεχνολογίας, ευτυχώς, μικρότερης σημασίας, μέχρι στιγμής. Για παράδειγμα, ας αναφέρουμε τις τεχνητές γεύσεις των φαγητών στα πλαστικά.
Τα σημερινά μέσα ενημέρωσης λειτουργούν κυρίως ως μέσα απόκρυψης, διαστρέβλωσης και κατασκευής μιας τεχνητής πραγματικότητας. Το μάτι και το αυτί υποτάσσονται και κατευθύνονται. Ο άνθρωπος χάνει την ανεξαρτησία του. Τώρα είναι που η φύση, ως θεότητα, απαγγέλλει κατηγορία στον σύγχρονο άνθρωπο της τεχνολογίας και της πόλης: «Ηυλήσαμεν υμίν και ουκ ωρχήσασθε».