Η Λογοτεχνία των Αρχαίων Αιγυπτίων
Budge Wallis E.A.
Bookstars Εκδόσεις - Free Publishing


Κεφάλαιο 1

Ο Θωθ, ο συγγραφέας της αιγυπτιακής λογοτεχνίας-Υλικά γραφής: μελάνι, μελανοδοχείο, παλέττα κλπ.

Η λογοτεχνία της αρχαίας Αιγύπτου είναι το προϊόν μίας περιόδου τεσσάρων χιλιάδων χρόνων και ήταν γραμμένη σε τρία είδη γραφής: ιερογλυφική, ιερατική και δημοτική. Στο πρώτο από αυτά τα είδη γραφής, οι χαρακτήρες ήταν εικόνες αντικειμένων, στο δεύτερο είδος το σχήμα των χαρακτή-ρων ήταν όσο το δυνατόν πιο απλό ούτως ώστε να μπορούν να γράφονται γρήγορα και στο τρίτο είδος αρκετοί από τους χαρακτήρες έχασαν εντελώς το σχήμα τους ως εικόνα και έγιναν απλά σύμ-βολα. Πιστεύετο ότι η αιγυπτιακή γραφή επινοήθηκε από τον θεό Tehuti ή Θωθ και καθώς ενομίζε-το πως αυτός ο θεός είναι μία μορφή του νου, της νοημοσύνης και της σοφίας του Θεού που δη-μιούργησε τον ουρανό και τη γη, οι εικόνες-χαρακτήρες ή ιερογλυφικά, όπως αποκαλούνται, θεω-ρούνταν ιερά ή θεϊκά. Υπήρχε η πεποίθηση ότι κάποια θρησκευτικά κείμενα έχουν μία ιδιαίτερη δραστικότητα όταν ήταν γραμμένα στα ιερογλυφικά και τα κεφάλαια και οι παράγραφοι, που νόμι-ζαν ότι είχε γράψει ο ίδιος Θωθ, ενομίζετο ότι διέθεταν μία αρκετά μεγάλη δύναμη και ότι είναι το μέγιστο όφελος για τους νεκρούς όταν αυτά γράφονταν για χάρη τους εξ ολοκλήρου στην ιερογλυ-φική γραφή και ενταφιάζονταν μαζί τους στα φέρετρά τους. Επίσης, ο Θωθ επινόησε την επιστήμη των αριθμών και από τη στιγμή που καθόρισε τις πορείες του ηλίου, της σελήνης και των άστρων και τακτοποίησε τις εποχές θεωρήθηκε ως ο πρώτος αστρονόμος. Ο Θωθ ήταν ο Κύριος της σοφίας και ο Κάτοχος όλης της γνώσης, και της ουράνιας και της επίγειας, της θεϊκής και της ανθρώπινης. Ήταν επίσης ο συγγραφέας κάθε προσπάθειας που γινόταν από τους ανθρώπους να σχεδιάσουν, να ζωγραφίσουν και να σκαλίσουν. Όντας ο Κύριος και ο κατασκευαστής των βιβλίων καθώς και ένας ειδικευμένος γραφέας, ήταν ο γραφέας των Θεών και κρατούσε βιβλία στα οποία ήταν κατεγραμμέ-νες οι πράξεις των ανθρώπων. Η βαθιά γνώση του Θωθ του επέτρεπε να ανακαλύπτει πάντοτε την αλήθεια, και αυτή η ικανότητα έκανε τους Αιγυπτίους να του δώσουν τη θέση του αρχιδικαστή των νεκρών. Ένας πάρα πολύ αρχαίος μύθος λέει ότι με αυτήν την ιδιότητα ενέργησε ο Θωθ στη μεγάλη δίκη που έγινε στον ουρανό, όταν ο Όσιρης κατηγορήθηκε από τον Σεθ, τον δίδυμο αδελφό του και θεό του κακού, για κάποια εγκλήματα. Ο Θωθ εξέτασε τη μαρτυρία και απέδειξε στους Θεούς ότι οι κατηγορίες, που έκανε ο Σεθ, ήταν αναληθείς, ότι ο Όσιρης είχε πει την αλήθεια και ότι ο Σεθ ήταν ένας ψεύτης. Γι’ αυτό και κάθε Αιγύπτιος προσευχόταν να μπορεί ο Θωθ να κάνει και για αυτόν ό,τι έκανε και για τον Όσιρη, και την ημέρα της Μεγάλης Κρίσης να μπορεί ο Θωθ να προΐστατο στο ζύγισμα της καρδιάς του επάνω στη ζυγαριά. Ενομίζετο πως όλα τα σημαντικά θρησκευτικά έργα έχουν γραφθεί είτε από τον ίδιο είτε από ιερούς γραφείς που εμπνεύστηκαν από αυτόν. Πί-στευαν ότι αυτά είναι πηγές της πιο βαθιάς σοφίας και όμοιά τους δεν υπάρχουν στα άλλα βιβλία του κόσμου. Και ίσως σε αυτά τα βιβλία να οφείλει η Αίγυπτος τη φήμη της για μάθηση και σοφία, η οποία διαδόθηκε σε όλον τον πολιτισμένο κόσμο. Τα ‘‘Βιβλία του Θωθ’’, που μετέπειτα λαϊκή παράδοση στην Αίγυπτο τα ήθελε να είναι 36.525 στον αριθμό, ήταν σεβαστά και από τους ντό-πιους και από τους ξένους με έναν τρόπο που είναι δύσκολο για εμάς αυτές τις μέρες να κατανοή-σουμε καλά. Και οι γραφείς, που μελετούσαν και αντέγραφαν τα βιβλία, ήταν σεβάσμια πρόσωπα, διότι πίστευαν ότι το πνεύμα του Θωθ, του δύο φορές μεγάλου και τρεις φορές μεγάλου θεού, κα-τοικεί μέσα τους. Το επάγγελμα του γραφέα θεωρείτο πάρα πολύ τιμητικό και οι ανταμοιβές ήταν μεγάλες, αφού καμιά κοινωνική θέση και κανένα αξίωμα δεν ήταν πάρα πολύ υψηλό για τον μορ-φωμένο γραφέα. Ο Θωθ παρουσιάζεται στους παπύρους και στα μνημεία ως άνθρωπος με κεφάλι ίβιδας και ο συνοδός του είναι, συνήθως, ένας πίθηκος με κεφάλι σκύλου, και ονομάζεται Άστεν. Στην Αίθουσα της Μεγάλης Κρίσης ο Θωθ εμφανίζεται να κρατά στο χέρι ένα καλάμι, με το οποίο γράφει επάνω σε μία παλέττα το αποτέλεσμα της ζύγισης στη ζυγαριά της καρδιάς του νεκρού. Οι θεοί δέχονταν, χωρίς αμφιβολία, την έκθεση του Θωθ και αντάμειβαν την καλή ψυχή και τιμωρού-σαν την κακή ψυχή, ανάλογα με την έκθεση του Θωθ.
Από την αρχή μέχρι το τέλος της ιστορίας της Αιγύπτου, η θέση του Θωθ ως δίκαιου δικαστή και θεσπιστή των νόμων, δια των οποίων κυβερνούνται ο ουρανός, η γη, οι άνθρωποι και οι θεοί, πα-ρέμενε αμετάβλητη. Οι ύλες που χρησιμοποιούσαν οι Αιγύπτιοι για να γράψουν ήταν πάρα πολλές, μα οι πιο συνηθισμένες ήταν η πέτρα διαφόρων ειδών, το ξύλο, το δέρμα και ο πάπυρος. Οι πιο πα-λαιές γραφές ήταν, μάλλον, γραμμένες πάνω σε αυτές τις ύλες με κάποιο υγρό, χρώματος μαύρο ή κόκκινο, το οποίο χρησίμευε ως μελάνι. Όταν εξοικειώθηκαν οι Αιγύπτιοι με τη χρήση των μετάλ-λων, άρχισαν να χαράζουν τις γραφές τους σε πέτρα. Το κείμενο ενός από τα πιο παλιά κεφάλαια του Βιβλίου των Νεκρών (LXIV) που λέγεται στην επικεφαλίδα στο κεφάλαιο, έχει ‘‘βρεθεί’’ χα-ραγμένο πάνω σε ένα μεγάλο αλαβάστρινο κομμάτι κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Menkaura, ενός βασιλιά της 4ης δυναστεία, γύρω στο 3700 π.Χ. Με το πέρας του χρόνου, οι άνθρωποι, που ήθελαν να γράψουν μεγάλα σε έκταση κείμενα ή επιγραφές, χρησιμοποιούσαν αρκετά το ξύλο ως υλικό γραφής, εν μέρει λόγω του κόπου και της δαπάνης για να χαραχτεί σε πέτρα. Στο Βρετανικό Μουσείο μπορούν να ιδωθούν αρκετά ξύλινα φέρετρα όπου το εσωτερικό τους καλύπτεται με θρη-σκευτικά κείμενα που ήταν γραμμένα με μελάνι όπως πάνω σε χαρτί. Δέρμα προβάτου ή κατσίκας χρησιμοποιήθηκε ως υλικό γραφής, αλλά η χρήση δεν ήταν γενικευμένη. Αρχαία αιγυπτιακά έγγρα-φα γραμμένα πάνω σε δέρμα, ή θα έπρεπε να πούμε σε περγαμηνή, είναι ελάχιστα. Σε μία πάρα πο-λύ πρώιμη περίοδο οι Αιγύπτιοι έμαθαν το πώς να φτιάχνουν ένα είδος χαρτιού, το οποίο τώρα είναι γενικά γνωστό ως πάπυρος. Το πότε έκαναν αυτήν την ανακάλυψη είναι αδύνατον να ειπωθεί, αλλά οι ιερογλυφικές επιγραφές των πρώιμων δυναστειών περιέχουν την εικόνα ενός ρολού παπύ-ρου και γι’ αυτό θα πρέπει η αρχαιότητα της χρήσης του παπύρου να είναι αρκετά μεγάλη. Ανάμε-σα στα παλαιότερα παραδείγματα χρονολογημένων ενεπίγραφων παπύρων μπορούν να σημειωθούν κάποιες αφηγήσεις που γράφτηκαν τότε που κυβερνούσε ο βασιλιάς Assa-(4η δυναστεία, 3400 π.Χ.)-που εντοπίστηκαν στο Sakkarah, σχεδόν 20 μίλια νότια του Καΐρου. Ο πάπυρος κατασκευά-στηκε από το φυτό πάπυρος το οποίο φύτρωνε και άνθιζε στους βάλτους και στα έλη της Κάτω Αιγύπτου και στις ρηχές λίμνες που σχημάτιζε η ετήσια πλημμύρα του Νείλου. Ο πάπυρος δεν ευ-δοκιμεί πλέον στην Αίγυπτο, αλλά βρίσκεται στους βάλτους του αιγυπτιακού Σουδάν, όπου και με-ρικές φορές φθάνει σε ύψος 22 ποδιών. Οι ρίζες και ο μίσχος, που συχνά είναι πιο χοντρά από το μπράτσο ενός άνδρα, χρησιμοποιούνται ως καύσιμη ύλη, και το επάνω μέρος, που είναι μεγάλο και στρογγυλεμένο, σε κάποιες περιοχές βράζεται και τρώγεται ως λαχανικό. Το αιγυπτιακό είδος του φυτού πάπυρος ήταν μικρότερο σε σχέση με εκείνο που εντοπίζεται στο Σουδάν, και οι Αιγύπτιοι έφτιαξαν από αυτό το χαρτί τους, κόβοντας το εσωτερικό τμήμα του μίσχου σε λεπτές ταινίες, με το πλάτος τους να εξαρτάται από το πάχος του μίσχου. Το μήκος τους διαφέρει, φυσικά, από το μήκος του μίσχου. Για να φτιαχτεί ένα φύλλο παπύρου, τοποθετούνταν πολλές από αυτές τις ταινίες πλάι-πλάι στο μήκος και πολλές άλλες ταινίες σταυρωτά από πάνω τους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, κάθε φύλλο παπύρου είχε δύο στρώματα, που ενώνονταν με ψαρόκολλα και νερό ή κόλλα. Ο Πλίνιος, ένας Ρωμαίος συγγραφέας, αναφέρει ότι το νερό του Νείλου, που έχει χαρακτηριστικές ιδιότητες κόλλας όταν βρίσκεται στη λασπώδη κατάσταση, χρησιμοποιείτο για να κολλήσουν μαζί τα δύο στρώματα των ταινιών· εν τούτοις έχουν βρεθεί πράγματι ίχνη κόλλας σε πάπυρο. Ύστερα τα φύλλα πάπυρου πιέζονταν και στη συνέχεια στέγνωναν στον ήλιο, και όταν τρίβονταν με έναν σκληρό λουστραδόρο ήταν έτοιμα προς χρήση. Προσθέτοντας φύλλο, φύλλο, μπορούσαν να κατασκευα-στούν ρολοί παπύρων σχεδόν κάποιου μήκους. Ο μακρύτερος ρολός παπύρου, που υπάρχει στο Βρετανικό Μουσείο, είναι 133 πόδια σε μήκος και 16,5 ίντσες σε πάχος, (πάπυρος Harris, αρ.1), και ο δεύτερος σε μήκος είναι ένα αντίγραφο του Βιβλίου των Νεκρών και έχει μήκος 123 πόδια και πάχος 18,5 ίντσες. Ο δεύτερος περιέχει
2666 γραμμές γραφής, που είναι τακτοποιημένες σε 172 στήλες. Οι
ρολοί στους οποίους ήταν γραμμένες συνηθισμένες εκθέσεις ήταν
μικρότεροι στο μήκος και όχι και τόσο παχείς. Σπανίως αυτοί είναι
μεγαλύτεροι στο μάκρος από 20 πόδια και στο πάχος είναι μόνο από
8 ώς 10 ίντσες. Ο γραφέας αναμίγνυε τα χρώματα, που χρησιμοποι-
ούσε, στην παλέττα. Συνήθως αυτή η παλέττα αποτελείτο από αλά-
βαστρο, ξύλο, ελεφαντόδοντο ή σχιστόλιθο, είχε μήκος από 8 ώς 16
ίντσες και πλάτος από 2 ώς 3,5 ίντσες. Και οι τέσσερις γωνίες ήταν
τετράγωνες. Στη μία άκρη της παλέττας υπήρχε ένας αριθμός οβάλ ή
κυκλικών βαθουλωμάτων για να συγκρατούν το μελάνι ή το χρώμα.
Κάτω στο κέντρο ήταν χαραγμένη μία αυλακιά, τετράγωνη στο ένα άκρο και έγερνε στο άλλο, και εκεί τοποθετούνταν τα καλάμια γραφής. Κρατιόντουσαν στη θέση τους με τη βοήθεια ενός ξύλου, που ήταν κολλημένο κατά πλάτος του κέντρου της παλέττας, ή μέσω ενός συρτού καλύμματος, που χρησίμευε και για να προστατεύει τα καλάμια από ζημιά. Στις πλευρές αυτής της αυλακιάς συχνά εντοπίζονται επιγραφές που παρέχουν το όνομα του ιδιοκτήτη της παλέττας
και που περιέχουν προσευχές στους θεούς για νεκρικές προσφορές ή επικλήσεις στον Θωθ, τον εφευρέτη της γραφής. Το μαύρο μελάνι,
που χρησιμοποιούσαν οι γραφείς, φτιαχνόταν από φούμο ή από κάρβουνο, ψιλοκονιοποιημένο, αναμιγμένο με νερό, όπου ίσως να προσθέτονταν και μία ελάχιστη ποσότητα κόλλας. Το κόκκινο και το κίτρινο χρώμα φτιαχνόντουσαν από ορυκτά της γης ή ώχρες, το γαλάζιο χρώμα από σκόνη λάπις λαζούλι, το πράσινο χρώμα από θεϊκό χαλκό και το άσπρο χρώμα από ασβέστη. Ενίοτε το μελάνι τοποθετείτο σε μικρά δοχεία με φαρδύ στόμιο, που ήταν κατασκευασμένα
από αιγυπτιακή πορσελάνη ή αλάβαστρο. Ο γραφέας έτριβε γερά με ένα μικρό πέτρινο γουδοχέρι τα χρώματά του επάνω σε μία πέτρινη πλάκα. Το καλάμι γραφής, που χρησιμοποιείτο όπως η πέννα, ήταν σε μήκος από 8 ώς 10 ίντσες και είχε διάμετρο από 1/16 ώς 1/8 της ίντσας. Η άκρη του καλαμιού, που χρησιμοποιείτο για γράψιμο, ήταν χτυπημένη και όχι κομμένη. Σε μεταγενέστερες εποχές χρησιμοποιείτο ένα πιο χοντρό καλάμι και τότε η άκρη ήταν κομμένη, όπως η πέννα ή η ατσαλένια πέννα. Καλάμια γραφής τέτοιου είδους μεταφέρονταν με κουτιά από ξύλο και μέταλλο, κατασκευασμένα ειδικά για αυτόν τον σκοπό. Αρκετά δείγματα παντός είδους αιγυπτιακών υλικών γραφής υπάρχουν για να ιδωθούν στις Αιγυπτιακές Αίθουσες του Βρετανικού Μουσείου. Καθώς ο πάπυρος ήταν ακριβός, οι μαθητές στα σχολεία, τα οποία συνδέονταν με τους μεγάλους ναούς της Αιγύπτου, έγραφαν τις ασκήσεις τους και τα αντίγραφα των επίσημων λογοτεχνικών συνθέσεων σε κομμάτια άσπρου ασβεστόλιθου, έξοχης υφής, ή σε σανίδες ασβεστωμένες, σε σχήμα σύγχρονων πλακών που χρησιμοποιούνται στα σχολεία. Τα ‘‘αντίγραφα’’, από τα οποία αυτοί δούλευαν, ήταν γραμμένα από τον δάσκαλο σε πλάκες ασβεστόλιθου, και ήταν λιγάκι πιο μεγάλες στο μέγεθος. Αντίγραφα κειμένων που χάραξαν χτίστες στους τοίχους των ναών, αλλά και σε άλλα μνημεία, ήταν και αυτά γραμμένα σε τέτοιου είδους πλάκες, και όταν οι μορφές των βασιλέων ή των Θεών επρόκειτο να σκαλιστούν στους τοίχους οι διαστάσεις τους υποδηλώνονταν μέσω των κάθετων και οριζόντιων γραμμών που τραβιούνταν υπό κλίμακα. Κομμάτια σπασμένων πήλινων δοχείων χρησιμοποιούνταν και για την εξάσκηση της γραφής, και στη Πτολεμαϊκή και στη Ρωμαϊκή περίοδο κατάλογοι αγα-θών και γράμματα εργασίας καθώς και οι αποδείξεις που έδιναν οι φοροεισπράκτορες, γραφόντου-σαν σε θραύσματα αγγείων. Σε ακόμη πιο μετέπειτα εποχές, όταν το δέρμα-ή η περγαμηνή-ήταν τόσο ακριβό όσο και ο πάπυρος, οι Κόπτες, ή οι Αιγύπτιοι χριστιανοί, χρησιμοποιούσαν κομμάτια από ασβεστόλιθο και θραύσματα από αγγεία για προσχέδια των τμημάτων των Γραφών και των γραμμάτων όπως έκαναν οι πρόγονοί τους. Όταν ένας ρολός παπύρου δεν χρησιμοποιείτο, διατη-ρούσε το σχήμα του μέσω ενός κορδονιού ή ενός σπάγκου από πάπυρο, το οποίο ήταν δεμένο φιό-γκο. Μερικές φορές, ειδικά στην περίπτωση νομικών εγγράφων, επάνω στον πάπυρο αποτυπωνόταν μία πήλινη σφραγίδα με το όνομα του ιδιοκτήτη. Πολύτιμοι ρολοί παπύρου φυλάσσονταν σε ξύλινα κουτιά, ή ‘‘κουτιά βιβλίων’’, τα οποία εναποτίθονταν σε ένα δωμάτιο, ή ‘‘οίκο’’, παράμερα σκοπί-μως, και συνήθως αποκαλείτο ‘‘ο οίκος των βιβλίων’’, δηλαδή βιβλιοθήκη. Έχοντας τώρα περιγράψει τα κυριώτερα υλικά γραψίματος που χρησιμοποιούσαν οι Αιγύπτιοι, μπο-ρούμε να περάσουμε στην εξέταση, εν συντομία, των πολλών και διάφορων κατηγοριών της αιγυ-πτιακής λογοτεχνίας που έχει φθάσει σε εμάς.