1.Ομάδα εργασίας
Οι ομάδες εργασίας δημιουργήθηκαν με βάση το αρχικό γράμμα των επιθέτων τους. Ο καθηγητής τους χώρισε σε ομάδες των πέντε ατόμων, χωρίς να πάρει υπόψη του φιλίες ή αντιπάθειες. Η πεντάδα Ηρακλής, Ακύλας, Βλαδίμηρος, Χαρίκλεια, Κασσιανή, ήταν η πιο ετερόκλιτη. Κανείς δεν έκανε παρέα με κανέναν, αλλά ούτε και αντιπάθειες μπορείς να πεις πως υπήρχαν. Στην ουσία ήταν απλώς συμμαθητές και τίποτα παραπάνω. Ένα «γεια» ίσως μόνο να είχαν. Δεν γνωριζόντουσαν παρά μόνο φατσικά. Ο καθένας είχε τις δικές του παρέες, χωρίς να έχουν κοινούς φίλους.
Η εργασία αφορούσε στο μάθημα της Περιβαλλοντικής Αγωγής της Β’ Λυκείου. Έπρεπε να φωτογραφίσουν ή να βιντεοσκοπήσουν κάτι που θα είχε να κάνει με το φυσικό περιβάλλον, δηλαδή ένα ζώο ή ένα φυτό που θα έβρισκαν έξω στη φύση. Όχι κάποιο κατοικίδιο ή μια γλάστρα στην αυλή τους. Κά-τι που θα τους κέντριζε το ενδιαφέρον και που θα έπρεπε να είναι σε λίγο πιο «άγρια» κατάσταση. Θα μπορούσε ίσως να είναι ακόμα και κάποιο φυσικό φαινόμενο όπως μια καταιγίδα ή μια θαλασσοταραχή. Ζώντας στην Πιερία, μπορούσαν να διαλέξουν ανάμεσα σε βουνό ή θάλασσα: Όλυμπος, Πιέρια ή Θερμαϊκός. Η παρουσίαση της κάθε εργασίας, πέρα από τις φωτογραφίες ή το βίντεο, έπρεπε να συνοδεύεται από ένα σχετικό κείμενο τριών χιλιάδων λέξεων. Είτε με βάση πηγές που θα αναζητούσαν στη βιβλιογραφία, είτε ένα σενάριο δικό τους βασισμένο σε πραγματικά και φανταστικά στοιχεία.
Όταν σχόλασαν, η ομάδα των πέντε εφήβων συγκεντρώθηκε στο παγκάκι της αυλής του σχολείου. Αυτό που ήταν κάτω από το μεγάλο πλατάνι. Ήταν φανερό πως η σύνθεση της ομάδας δεν ήταν και η πιο ιδανική για τον καθένα τους, αλλά έπρεπε να συνεργαστούν. Πρώτος πήρε το λόγο ο Ηρακλής, που ήταν κατενθουσιασμένος.
– Εγώ λέω θάλασσα. Να κάνουμε ένα βιντεάκι με γλάρους. Μπορούμε να τους δείχνουμε να πετάνε ή να βουτάνε για ψάρια και να γράψουμε μια ιστορία. Μπορεί να έχει και μυστήριο, να βάλουμε π.χ. ότι ένας γλάρος βουτάει κι ενώ όλοι περιμένουν να βγει με το ψάρι στο στόμα, αυτός να μείνει μέσα στο νε-ρό, να εξαφανιστεί και να μαζευτούν οι άλλοι γλάροι τριγύρω και… ξαφνικά να βγει ένα θαλάσσιο τέρας ξέρω γω…
– Καλό, τον διέκοψε ευγενικά ο Ακύλας. Αλλά εγώ θα πρότεινα βουνό. Θα έχουμε περισσότερες επιλο-γές και σε φυτά και σε ζώα.
– Ναι, συμφωνώ, είπε απρόθυμα η Χαρίκλεια. Από τους περισσότερους άκουσα ότι θα πάνε θάλασσα, οπότε μην κάνουμε μια απ’ τα ίδια. Θα ήθελα κάτι πιο σπάνιο από έναν γλάρο!
Ο Ηρακλής ξεφύσηξε δυνατά δείχνοντας τη δυσαρέσκειά του για το τελευταίο σχόλιο της Χαρίκλειας. Μουρμούρισε κάτι ακατάληπτο ανάμεσα από τα δόντια του, την κοίταξε ίσια στα μάτια και ανασηκώνοντας τα φρύδια του, πράγμα που τον έκανε να μοιάζει λιγάκι αστείος, πέρασε στην αντεπίθεση.
– Εντάξει, μπορεί ο γλάρος να είναι αναμενόμενος, αλλά αν γράφαμε μια ιστορία με τέρατα; Δε νομίζω να γράψουν πολλοί. Οι περισσότεροι θα πάρουν στοιχεία απ’ το διαδίκτυο για να περιγράψουν αυτό που φωτογράφησαν. Οπότε εμείς τη διαφορά θα την κάνουμε εκεί, κατάλαβες;
Του Ηρακλή του άρεσε να γράφει ιστορίες και ξεκάθαρα δεν του άρεσε το υφάκι της Χαρίκλειας.
– Ναι, οκέι κατάλαβα, δεν είμαι χαζή, ειρωνεύτηκε κοιτάζοντάς τον υποτιμητικά η Χαρίκλεια. Απλά δεν συμφωνώ για τη θάλασσα. Αυτό. Αυτή τη φορά ο Ηρακλής ξεφύσηξε ακόμα πιο δυνατά, ενώ το πρόσωπό του είχε αρχίσει να κοκκινίζει. Πήρε φόρα σαν να ήθελε να μιλήσει, αλλά την ίδια στιγμή το μετάνιωσε, έσφιξε τα χείλια του και έπνιξε μερικά σύμφωνα, που είχαν σκαλώσει στη γλώσσα του. Γύρισε την πλάτη του στη Χαρίκλεια που χαμογελούσε αυτάρεσκα, θεωρώντας πως τον κατατρόπωσε.
Ο Ακύλας έδειχνε φανερά δυσαρεστημένος με την όλη κατάσταση, το ίδιο και η Κασσάνδρα που σκεφτόταν τι να πει στη Χαρίκλεια για να τη στριμώξει. Αλλά πριν προλάβει να ολοκληρώσει τη σκέψη της, πετάχτηκε ο Βλαδίμηρος.
–Παιδιά κι εγώ νομίζω στο βουνό έχουμε περισσό-τερες επιλογές, είπε ζωηρά, θέλοντας να ελαφρύνει την ατμόσφαιρα. Θα ήταν ωραίο να πέφταμε πάνω σε κανένα φίδι, ε; Είναι η εποχή τους τώρα.
Η Κασσιανή αηδίασε και μόνο στη σκέψη.
–Δεν είμαστε καλά! Ε, όχι να τρέχουμε στα βουνά για φίδια! Να μας τσιμπήσει και κανένα! Εγώ συμφωνώ με τον Ηρακλή! Θάλασσα, θαλασσίτσα που είναι και κοντά. Μη με σέρνετε σε κανέναν Όλυμπο ρε παιδιά, πλίζ! 10
ΜΟΡΝΑ, ο πέμπτος ταξιδευτής
Τα αγόρια γέλασαν με το παραλήρημα της Κασσιανής, η Χαρίκλεια πάλι, δεν έκρυψε μια γκριμάτσα απαξίωσης.
Η Χαρίκλεια, Χάρις την φώναζαν, ήταν η καλύτερη μαθήτρια της τάξης. Μεγάλωσε με πολύ αγάπη με τον πατέρα και τη μητριά της, καθώς δεν γνώρισε τη μητέρα της, που πέθανε στη γέννα. Είχε άλλα δύο ετεροθαλή αδέρφια. Τα μαλλιά της ήταν ξανθά και μακριά, πιασμένα σχεδόν πάντα σε αλογοουρά. Είχε πράσινα μάτια, σαρκώδη χείλη και έντονα ζυγωματικά. Ήταν λιγάκι γεματούλα και φορούσε πάντα παντελόνια, κολεγιακά τζάκετ και σνίκερς. Πολύ όμορφο κορίτσι, αλλά λιγάκι σνομπ. Δηλαδή έως πολύ σνομπ! Σίγουρα αυτό που την ενδιέφερε στη συγκεκριμένη εργασία δεν ήταν ούτε να περάσει καλά, ούτε να γνωρίσει καλύτερα τους υπόλοιπους. Αυτοί ήταν «αδύναμοι» μαθητές, δεν είχε κοινά μαζί τους, οπότε τι παρέα να έκανε; Ο βαθμός την ενδιέφερε.
Σε αντίθεση με την Κασσιανή, ή αλλιώς Κάσσι, που ήταν η χαρά της ζωής! Ήθελε να γίνει γιατρός. Ήταν μοναχοπαίδι και οι γονείς της τη λάτρευαν. Της είχαν ιδιαίτερη αδυναμία, χωρίς παρόλα αυτά να είναι υπερπροστατευτικοί. Ήταν ψηλό και πολύ αδύνατο κορίτσι με καστανόξανθα μαλλιά ως τους ώμους - ενίοτε βαμμένα και ροζ ή γαλάζια - και γκριζοπράσινα μάτια. Το ντύσιμό της διέφερε πολύ από τα κορίτσια της ηλικίας της. Ήταν αρκετά εκκεντρικό, έμοιαζε λιγάκι με γιαπωνέζικο καρτούν manga και είχε σκουλαρίκια στη μύτη, το φρύδι και τη γλώσσα. Η Κάσσι είχε δυσλεξία και από πολύ μικρή, από την πρώτη δημοτικού, δέχτηκε πολύ μπούλινγκ και αποκλεισμό από κάτι «Χαρίκλειες»! Στο Γυμνάσιο όμως γνώρισε την κολλητή της, τη Μαρίνα και η ζωή της στο σχολείο έγινε λίγο πιο υποφερτή. Την εκνεύρισε η επίθεση της Χαρίκλειας στον Ηρακλή, γι αυτό είπε κι αυτή θάλασσα.
Ο Ακύλας δεν μιλούσε πολύ, ούτε με πολλούς. Και στο σχολείο με μεγαλύτερα παιδιά έκανε παρέα, που ήταν μαζί στο στίβο. Ήταν πολύ καλός αθλητής, ει-δικά στο κατοστάρι και θα ήθελε πολύ να κάνει πρωταθλητισμό, αλλά τα οικονομικά της οικογένειάς του δεν του το επέτρεπαν. Είχε καστανά μάτια και καστανά μαλλιά, ξυρισμένα στο πλάι σε στυλ μοϊκάνα. Το κορμί του ήταν φυσικά πολύ γυμνασμένο και το ντύσιμό του, όταν δεν φορούσε αθλητικά ρούχα, ήταν πολύ ροκ. Αντικειμενικά δεν θα τον έ-λεγε κάποιος όμορφο αγόρι, είχε όμως πάνω του κάτι πολύ γοητευτικό. Ήταν παιδί μονογονεϊκής οι-κογένειας. Μοναχοπαίδι κι αυτός.
Ο Βλαδίμηρος, πάλι, ήταν ευχάριστος τύπος, ευγενικός, γελαστός. Ήταν Ουκρανικής καταγωγής, δέχτηκε κι αυτός πολύ μπούλινγκ όταν πρωτοπήγε σχολείο εδώ στην Ελλάδα στη δευτέρα δημοτικού. Κατάφερνε όμως να βρίσκει τις ισορροπίες του και με τη στήριξη της οικογένειάς του - είχε και μια μεγαλύτερη αδερφή που τον λάτρευε - αλλά και γιατί ο εξωστρεφής χαρακτήρας του τον έκανε αρκετά δημοφιλή. Άσε που ήταν και κούκλος! Ξανθός γαλανομάτης, ψηλός, με καλοσχηματισμένο κορμί, έμοιαζε με μοντέλο, σαν αυτά που βλέπουμε στην τηλεόραση και τα περιοδικά. Πάντα περιποιημένος, πάντα καλοντυμένος.