Μαύρη Σκιά σε Λευκό Μάρμαρο
Γκαβάκης Στέλιος
Bookstars Εκδόσεις - Free Publishing


Σάββατο, 6 Φεβρουαρίου
18:05

Ο ΗΧΟΣ ΤΩΝ ΠΑΠΟΥΤΣΙΩΝ ΤΟΥ ΆΓΓΕΛΟΥ ΑΝΤΗΧΗΣΕ ΣΤΗΝ πλακόστρωτη πλατεία καθώς κατευθυνόταν βιαστικά προς τον µεγάλο µητροπολιτικό ναό. Ένα κοπάδι περιστέρια τροµοκρατήθηκε στο πέρασµά του και βρήκε καταφύγιο στα ψηλά, τριγύρω πεύκα.
Ο όγκος του κατάλευκου, επιβλητικού ναού κάλυπτε το οπτικό του πεδίο απ’ άκρη σ’ άκρη καθώς πλησίαζε. Κοίταξε νευρικά το ρολόι του και διαπίστωσε πως είχε ήδη καθυστερήσει πάνω από ένα τέταρτο. Πολύς χρόνος για µια τελετή που διαρκεί µόλις µισή ώρα. Γνωρίζει βέβαια πολύ καλά, πως ο χρόνος µου είναι πολύ περιορισµένος και δεν θα µου θυµώσει, σκέφτηκε µιας κι εκείνο το απόγευµα Σαββάτου, θα έπρεπε να παρευρεθεί στον Μεγάλο Εσπερινό. Του το είχε ζητήσει ο αδερφικός του φίλος, ο Κωνσταντίνος, που εκείνη τη µέρα, γιόρταζε τα γενέθλιά του. Δεν ήθελε λοιπόν ν’ αργήσει, αλλά παρόλες τις προσπάθειές του, δυστυχώς, έφτασε καθυστερηµένος στο ραντεβού τους.
Ο Κωνσταντίνος ήταν ιδιαίτερα προσηλωµένος στον χριστιανισµό και συνέδεε σχεδόν τα πάντα µε τη θρησκεία. Από γενέθλια και ονοµαστικές εορτές, µέχρι και γεγονότα που, φαινοµενικά, δεν είχαν καµία συνοχή
µε τη θρησκεία. Εκείνο το απόγευµα, µετά το τέλος του Μεγάλου Εσπερινού, θα πήγαιναν όλοι µαζί στον αµπελώνα ενός κοινού τους φίλου, όπου θα γιόρταζαν το άνοιγµα των βαρελιών της νέας σοδειάς. Ο νους του Άγγελου όµως, θα ήταν αδύνατον να φανταστεί εκείνη τη στιγµή το δίληµµα µε το οποίο θα βρισκόταν αντιµέτωπος, αργότερα το συγκεκριµένο Σάββατο.
Έσφιξε γύρω του το χοντρό παλτό του κι ανέβηκε µε γρήγορα βήµατα τα ρηχά σκαλοπάτια που οδηγούσαν στην κύρια είσοδο του ναού. Ήδη στα αυτιά του έφταναν οι απόµακρες ψαλµωδίες, καθώς οι γνώριµες φωνές του Κωνσταντίνου, του Φώτη και του Αρχιµανδρίτη Πέτρου, εναλλάσσονταν η µία την άλλη.
Μπαίνοντας στον µεγαλοπρεπή ναό, ελάττωσε την ταχύτητα του βηµατισµού του από σεβασµό προς τον ιερό χώρο. Στον πρόναο, προσκύνησε τα δύο εικονίσµατα, αριστερά και δεξιά από την είσοδο του κυρίως ναού και την ίδια στιγµή άκουσε από τα ηχεία την φωνή του φίλου του Κωνσταντίνου να ψάλει αστειευόµενος: “Καλώς τον Άγγελο τον αργοπορηµένο” σε Βυζαντινό ρυθµό σαν να έψαλε κάποιο τροπάριο του εσπερινού.
Δεν έχει τον Θεό του, σκέφτηκε, µπαίνοντας στον κυρίως ναό. Η έντονη µυρωδιά από λιβάνι του τρύπησε τα ρουθούνια ενώ παρατήρησε αµέσως πως δεν υπήρχε κανείς πιστός για να παρακολουθήσει οπότε, το πεδίο ήταν ελεύθερο στον Κωνσταντίνο για να κάνει άλλο ένα από τα αστεία του. Παρόλα αυτά, ο Αρχιµανδρίτης Πέτρος ξεπρόβαλε από το βάθος του ναού, κοιτώντας
υνοφρυωµένος τον αρχιψάλτη του. Ο Κωνσταντίνος δικαιολογήθηκε χαµογελώντας και κουνώντας τους ώμους του προς τον, υποθετικ θυµωµένο Αρχιµανδρίτη. Ο Άγγελος στάθηκε στην δεξιά πτέρυγα του ναού και η ακολουθία του Εσπερινού συνεχίστηκε κανονικά χωρίς άλλα αστειάκια και διακοπές.
Μισή ώρα αργότερα, αφού η ακολουθία είχε τελειώσει, οι τρεις φίλοι στεκόντουσαν στην, περίτεχνα κατασκευασµένη από λευκό µάρµαρο, είσοδο του ναού και περίµεναν τον Αρχιµανδρίτη Πέτρο. Όλοι µαζί θα κατηφόριζαν προς την διπλανή πλατεία όπου είχαν σταθµεύσει τα αυτοκίνητά τους στον µικρό χώρο που εξυπηρετούσε τον µητροπολιτικό ναό ως χώρος στάθµευσης. Χωρίς να καθυστερήσει ο Αρχιµανδρίτης, κατέφθασε µετά από λίγα λεπτά και στάθηκε µαζί τους στη σκάλα.
“Τι συζητάει εδώ η Αγία Τριάδα;” είπε θέλοντας να πειράξει τους τρεις φίλους και συνέχισε, “Κωνσταντίνε, τέκνο µου, εύχοµαι να έχεις πάντα την ευλογία του Κυρίου. Χρόνια σου πολλά”.

Εκείνος έσκυψε ευλαβικά και φίλησε το χέρι του Αρχιµανδρίτη ευχαριστώντας τον ταυτόχρονα για τις ευχές του.
“Ο Κωνσταντίνος προσπαθεί να µας παρασύρει για άλλη µία φορά Πάτερ”, απάντησε ο Άγγλος χαριτολογώντας.
“Να σας παρασύρει; Είµαι σίγουρος πως δεν υπάρχει περίπτωση να ενδώσει κανένας από τους δυο σας!” είπε ο Αρχιµανδρίτης τρίβοντας τα χέρια του που είχαν παγώσει από το πολύ κρύο. Γνώριζε πολύ καλά πως ο Κωνσταντίνος συνήθιζε να συνδυάζει τον Εσπερινό του Σαββάτου µε οινοποσία µέχρι αργά. Αυτό ήταν επίσης ευρέως γνωστό στο στενό του κύκλο.
“Ένας οικογενειακός µου φίλος γιορτάζει σήµερα το άνοιγµα των βαρελιών της περυσινής του σοδειάς και την πρώτη απόσταξη της φετινής. Θα χαιρόταν ιδιαίτερα αν µας κάνατε την τιµή να έρθετε µαζί µας Πάτερ”, παρακάλεσε ο Κωνσταντίνος τον νεαρό Αρχιµανδρίτη.
“Λυπάµαι Κωνσταντίνε, αλλά όπως γνωρίζεις, είναι ανάγκη να βρίσκοµαι στην Μονή της Παναγίας Φλογοκρατούσας απόψε, για να παραβρεθώ µαζί µε τον σεβάσµιο Μητροπολίτη µας στην αγρυπνία. Είµαι αναγκασµένος, λοιπόν, να αρνηθώ την τόσο ευγενική πρόσκλησή σας. Υπόσχοµαι βέβαια να έρθω κάποια άλλη φορά µαζί σας. Καλό σας βράδυ”.
Μ’ αυτά τα λόγια ο Αρχιµανδρίτης τους χαιρέτισε και αποµακρύνθηκε µε αργό βηµατισµό, κατευθυνόµενος προς το αυτοκίνητό του, ενώ το βαρύ του ράσο πλατάγισε στον παγωµένο αέρα.

Ο Κωνσταντίνος, µε δήθεν ανήσυχο ύφος, ρώτησε τους δύο φίλους του αν θα τον προδώσουν κι αυτοί και φυσικά οι απαντήσεις που πήρε ήταν δύο πλατιά χαµόγελα. Οι δύο φίλοι του ήταν πάντα έτοιµοι για ένα όµορφο Σαββατόβραδο µε άφθονο κρασί.
“Παράξενο…”, σκέφτηκε φωναχτά ο Άγγελος, “είναι αρκετά νωρίς για να φύγει ο Αρχιµανδρίτης για την αγρυπνία στο µοναστήρι. Εκτός αυτού, οι µοναχές ετοιµάζουν τα πάντα, ο ίδιος δεν χρειάζεται να κάνει τίποτα για την προετοιµασία. Θα µπορούσε να έρθει µαζί
µας και επίσης να ευλογήσει τη σοδειά του φίλου µας που έκανε τόσο κόπο έναν ολόκληρο χρόνο”.
Οι άλλοι δύο συµφώνησαν µαζί του και την ίδια στιγµή ο Κωνσταντίνος τους ρώτησε αν συµφωνούσαν να πήγαιναν µε το δικό του αυτοκίνητο για να µην µετακινούν αδίκως τρία οχήµατα. Άλλωστε, όλοι είχαν τον ίδιο προορισµό κι έτσι κανείς δεν έφερε αντίρρηση, οπότε, όλοι µαζί µπήκαν στο άνετο SAAB 93 του Κωνσταντίνου.
Η διαδροµή ως τον αµπελώνα ήταν υπέροχη. Είχε αρχίσει να σουρουπώνει και τα λίγα σύννεφα δηµιουργούσαν πολύ όµορφες εικόνες παίζοντας µε τις ελάχιστες ακτίνες του ήλιου που είχαν αποµείνει στον ουρανό. Ο Κωνσταντίνος οδηγούσε ήσυχα το αυτοκίνητό του που γουργούριζε µονότονα διασχίζοντας τα έρηµα στενά της παγωµένης εξοχής. Ο Άγγελος έσπασε τη σιωπή στην καµπίνα του αυτοκινήτου µε
µερικές ερωτήσεις γύρω από τον αµπελώνα στον οποίο πήγαιναν. Η ιδιότητα του δηµοσιογράφου είχε οξύνει την περιέργειά του όλα αυτά τα χρόνια. Ρωτούσε πάντα τους ανθρώπους γύρω του για διάφορα θέµατα που τις περισσότερες φορές, δεν θα έπρεπε να τον ενδιαφέρουν καθόλου. Απλώς ρωτούσε γιατί ήθελε να ξέρει τα πάντα. Ο Κωνσταντίνος που γνώριζε καλά τον σηµερινό τους οικοδεσπότη, τον Στέφανο, ικανοποίησε την περιέργεια του Άγγελου απαντώντας σε όλες τις ερωτήσεις που κάλυπταν ένα αρκετά ευρύ φάσµα θεµάτων. Από το επάγγελµα του Στέφανου, έως την ποικιλία του σταφυλιού που καλλιεργούσε στον αµπελώνα του...