Κεφάλαιο 1
Το Ταξίδι
2 Νοέμβριου 2003
Από νωρίς το πρωί έχω μια άσχημη διαίσθηση ότι κάτι κακό θα συμβεί. Έχω τελειώσει τον καφέ μου και ετοιμάζομαι να φτιάξω το σακίδιο μου για το ταξίδι που έχω κανονίσει με τους φίλους μου. Το έχουμε οργανώσει εδώ και μήνες αλλά τώρα που έφτασε η στιγμή νιώθω περίεργα, σαν κάτι να μου λέει ότι δεν πρέπει να πάω.
Η Βαλεντίνα και η Λούση ετοίμασαν από χθες τα πράγματα τους. Λογικά τώρα θα με περιμένουν στο γνωστό μας στέκι, κάτω από τον μεγάλο πλάτανο, εκεί που σκαλίσαμε για πρώτη φορά τα ονόματά μας σε ηλικία μόλις δέκα ετών δίνοντας όρκο αιώνιας φίλιας …8 χρόνια μετά τα ονόματα μας μένουν χαραγμένα ακόμη εκεί.
Είμαι σχεδόν σίγουρος ότι με το που θα με δουν θα μου πουν το κλασικό…
Πάλι τελευταία στιγμή ετοίμασες τον σάκο σου Νίκο; και θα χαμογελάσουν βλέποντας με να κοιτάω με το βλέμμα του ροφού. Σαν να τις βλέπω τώρα μπροστά μου… να κάθονται δίπλα – δίπλα με το δεξί χέρι να αγγίζει την μέση τους και το αριστερό πόδι να έχει ανοίξει τρυπά στο έδαφος, περιμένοντας με ανυπομονησία να με δουν να φτάνω.
Η ώρα περνάει σκέφτηκα... και πρέπει να βιαστώ. Άρχισα να τρέχω πάνω κάτω μέσα στο σπίτι μαζεύοντας ότι χρειάζομαι για το ταξίδι.
Φόρτωσα βιάστηκα το αυτοκίνητο και ξεκίνησα για τον μεγάλο πλάτανο της φιλίας, όπως τον αποκαλούσε πάντα η Βαλεντίνη.
Μετά από ένα τέταρτο οδήγησης έφτασα στον πλάτανο. Σταμάτησα το αυτοκίνητο, κατέβηκα και προς μεγάλη μου έκπληξη τα κορίτσια δεν ήταν εκεί.
- Πρώτος… Έφτασα πρώτος...
και με ένα μεγάλο χαμόγελο έκατσα εκεί έτσι για να τους κάνω τον έξυπνο.
Ξαφνικά μια γνώριμη φωνή ακούστηκε πίσω από τον καταπράσινο θάμνο στην άκρη του δρόμου.
- Πάλι τελευταία στιγμή ετοίμασες τα πράγματα σου Νίκο....
Το χαμόγελο μου έσβησε μόλις πετάχτηκαν πίσω από τον θάμνο η Λούση και η Βαλεντίνη κάνοντας σαν μικρά παιδία... «Σου την φέραμε πάλι» αναφώνησαν ενώ εγώ καθόμουν με σκυμμένο κεφάλι και με το χαμόγελο του ηττημένου να τις χαζεύω.
Ο πανηγυρισμός τους κράτησε πολύ ώρα και ήξερα ότι αν δεν τις σταματήσω θα καθίσουμε εκεί όλο το βράδυ.
-Θα φορτώσετε τα πράγματα σας καμία φορά ; φώναξα φανερά ενοχλημένος.
-Καλά μην θυμώνεις απάντησαν με μια φωνή και άρχισαν να βάζουν τα πράγματα στο αυτοκίνητο.
Το ταξίδι μόλις έχει ξεκινήσει. Από τις λίγες φορές που περνάω καλά οδηγώντας η αλήθεια είναι. Οι φωνές και τα γέλια μας ακούγονται παντού... Οι πεζοί γυρίζουν το κεφάλι προς εμάς και μας κοιτούν απορημένοι. Αλλά εμείς δεν δίνουμε σημασία. Μοιάζει λες και πάμε σχολική εκδρομή. Τι ωραία που ήταν εκείνα τα χρόνια!!!