Πυγολαμπίδες στο Σκοτάδι
Ρόγγας Γιώργος
Bookstars Εκδόσεις - Free Publishing


Σκάψε, Σαμ, σκάψε
-Σκάψε, Σαμ, σκάψε.
-Προσπαθώ, αλλά αυτό το χώμα είναι τόσο σκληρό και ατέλειωτο.
-Σκάψε, Σαμ, σκάψε.
-Κουράστηκα.
-Τι πάει να πει κουράστηκα; Είσαι νέος, έχεις όλη τη ζωή μπροστά σου για να σκάβεις, τι θα γίνει σαν φτάσεις στην ηλικία μου;
-Ελπίζω μέχρι τότε να έχω φτάσει στην επιφάνεια.
-Αν δουλέψεις σκληρά και χωρίς να γκρινιάζεις, θα τα καταφέρεις, είμαι σίγουρος.
-Εσύ, Σωμ, πώς και δεν τα κατάφερες μέχρι τώρα;
-Δεν είναι τόσο απλό. Θέλει και τύχη. Μια βροχή, ένας σεισμός και αμέσως χαμένος πάει ο κόπος μας.
-Δηλαδή μπορεί και να μην τα καταφέρουμε ποτέ;
-Προς θεού, Σαμ, ποτέ μην σκέφτεσαι έτσι. Έτσι σκέφτονται μονάχα οι τεμπέληδες, οι ψευτοφιλόσοφοι και οι καλλιτέχνες. Ευτυχώς εμείς δεν είμαστε τίποτα από όλα αυτά και έτσι μπορούμε να σκάβουμε ελεύθερα.
-Πέτρες κι άλλες πέτρες… γιατί ποτέ αυτό το χώμα δεν μαλακώνει. Τα χέρια μου έχουν γεμίσει πληγές, δες! Τουλάχιστον εσύ έχεις αυτά τα ξεχωριστά εργαλεία.
-Ποια εργαλεία;
-Να εκείνα εκεί τα χοντρά, τα σκληρά, τα κακομούτσουνα εργαλεία σου λέω.
-Δεν είναι εργαλεία, Σαμ, ή μάλλον είναι, αλλά όχι από αυτά που νομίζεις.
-Δηλαδή;
-Κάποτε ήταν τα χέρια μου… μα, να, στην αρχή γέμισαν πληγές σαν τα δικά σου και έπειτα με τον καιρό…
(Σιωπή)
-Καμιά φορά εύχομαι να είχαμε γεννηθεί άνθρωποι να μην χρειαζόταν να σκάβουμε, θα είχαμε γεννηθεί μέσα στην ευτυχία, όχι σαν τώρα.
-Μα τι νομίζεις, Σαμ, σκάβουν και οι άνθρωποι, αλλά με έναν άλλο, δικό τους τρόπο. Όλα τα πλάσματα σκάβουνε. Έπειτα εμείς, στο λέω, είμαστε τυχεροί θα
γευτούμε τους καρπούς της νίκης μας, υπάρχει μια ανταμοιβή για όλο αυτό. Ενώ εκείνοι οι δυστυχείς, δεν μπορούν να αντιληφθούν τον παράδεισο, γιατί γεννήθηκαν μέσα σε αυτόν. Γι’ αυτούς, είναι όπως για εμάς το σκάψιμο, κάτι το δεδομένο. Γι’ αυτό σου λέω, σκάψε, Σαμ, σκάψε.
-Σωμ, τι άλλο ξέρεις για τους ανθρώπους;
-Ξέρω αυτά που πάνε από γενιά σε γενιά. Τίποτα δεν έχω δει με τα μάτια μου, μα σίγουρα όλα είναι αλήθεια, αλλιώς γιατί τόσα χρόνια όλοι γνωρίζουμε τα ίδια και τα ίδια. Υπάρχουν, που λες, άνθρωποι που γεννιούνται χωρίς τίποτα και άνθρωποι που έχουν τα πάντα. Ζουν οι λίγοι με πολλά και οι πολλοί με τίποτα. Περνούν οι πρώτοι και βλέπουν τους δεύτερους να πεθαίνουν στους δρόμους, και δεν τους νοιάζει, γιατί οι ίδιοι δεν έχουν ανάγκη, και γιατί το μάτι του ανθρώπου-φύλαγε- συνηθίζει στην ασχήμια της ζωής. Κοιτάει πέρα μακριά και αντικρίζει ηλιοβασιλέματα και ποτέ του δεν χαμηλώνει το βλέμμα να δει τον συνάνθρωπό του. Έπειτα γίνονται πόλεμοι, καταστροφές. Οι πλούσιοι θέλουν να γίνουν πλουσιότεροι, αλίμονο, και βάζουν τους φτωχούς να αλληλοσκοτώνονται για δικό τους κέρδος.
-Πώς το καταφέρνουν αυτό;
-Δεν το γνωρίζω και πολύ καλά αυτό, μα να, έχουν ένα φοβερό όπλο και ελέγχουν το μυαλό των υπολοίπων. Θαρρώ πως είναι πολλών ειδών, άλλοτε λέγεται πατρίδα και θρησκεία άλλοτε τιμή και δόξα και πρόγονοι. Πολεμούν, λένε, για την ιστορία τους, που βέβαια κανείς δεν την γνωρίζει, και ουσιαστικά δεν έχουν σχέση μαζί της, αλλά δεν τους ενδιαφέρει, καρπώνονται τα καλά και κόβουν τα άσχημα όπως είναι μαθημένοι. Μη φοβάσαι, Σαμ, εμείς δεν είμαστε έτσι, είμαστε τυχεροί σου λέω και σαν βγούμε πάνω τίποτα δεν θα μας αλλάξει, θα είμαστε καλοί και δίκαιοι.
-Δεν ξέρω, Σωμ, φοβάμαι. Τι κι αν κάποιος από όλους αυτούς που λες μας σκοτώσει; Τουλάχιστον εδώ κάτω είμαστε ασφαλείς. Δυστυχισμένοι μεν, μα ζωντανοί.
-Δεν μπορούν να μας πειράξουν Σαμ, γιατί έχουν έναν κανόνα που λέγεται δικαιοσύνη και αυτός, λέει, περιέχει πολλούς, να δεις πώς τους λένε… νόμους.
-Αφού υπάρχουν αυτά, Σωμ, πώς γίνεται και υπάρχει μαζί τους πόλεμος και αδικία και φτώχια;
-Δεν ξέρω, Σαμ, μην τα σκαλίζεις. Αυτά ξέρουν από πάντα οι δικοί μας και για να τα λένε πολλοί έχουν πάντα δίκιο.
-Μα αυτούς τους νόμους ποιος τους δημιουργεί;
-Οι πλούσιοι φυσικά.
-Μα τότε…
-Σκάψε, Σαμ, σκάψε.
Την επόμενη μέρα της ίδια ζωής.
-Σκάψε, Σωμ, σκάψε
-Γελάς, Σαμ, αλλά να ξέρεις, είναι η καλύτερη συμβουλή που μου έδωσαν ποτέ και γι’ αυτό την έδωσα και σε εσένα.
-Δεν ξέρω, Σωμ, λίγα πράγματα ξέρω από συμβουλές ή μάλλον τίποτα, αλλά τούτη αμφιβάλλω αν έχει καμιά αξία.
-Πώς, θα δεις, σε λίγα χρόνια και με πολλή δουλειά, πως έχω δίκιο.
-Δεν ξέρω, Σωμ, δεν ξέρω. Γιατί δεν υπάρχει κανείς εδώ κάτω που να έχει ανέβει να μας πει τι γίνεται, πώς είναι εκεί πάνω και το μυστικό της επιτυχίας.
-Το μυστικό είναι η υπομονή και το σκάψιμο. Όσο για το αν υπάρχει κανείς εδώ που να ξέρει με σιγουριά, και βέβαια δεν υπάρχει, εσύ θα γυρίσεις τάχα ξανά εδώ όταν τα καταφέρεις;
-Όχι βέβαια.
-Βλέπεις;
-Εκτός και αν;
-Εκτός και αν τι;
-Εκτός και αν γυρίσω να βοηθήσω και άλλους να ανέβουν.
-Σιωπή, Σαμ, ντροπής πράγματα. Καθένας πρέπει να τα καταφέρνει μονάχος του, αλλιώς είναι αδύναμος και δειλός.
-Μα, Σωμ, υπάρχουν μερικοί που, το ξέρεις, δεν μπορούν, είναι άρρωστοι ή γέροι ή τέλος πάντων τίποτα από όλα αυτά αλλά είναι άτυχοι και θέλουν μια βοήθεια.
-Ποτέ, ποτέ!
-Σωμ, εσένα, δεν θα ήθελες να σε βοηθήσω αν ποτέ…;
-Σκάψε, Σαμ, σκάψε.
Μετά από λίγες στιγμές:
-Καλημερίζω το γέρο-Σωμ και την παρέα του.
-Τιλ! Μα πόσα χρόνια πάνε… δεν το πιστεύω!