Ι
ΕΝΑ ΜΥΣΤΗΡΙΟ
ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΥΤΥΧΙΑ
Το Σεπτέμβριο του 1835, μια από τις πιο πλούσιες
κληρονόμους της περιοχής Σεν-Ζερμέν, η δεσποινίδα ντι
Ρουβρ, μοναχοκόρη του μαρκήσιου ντι Ρουβρ, παντρεύ-
τηκε τον κόμη Αντάμ Μιτγκισλάς Λαγκίνσκι, νεαρό Πο-
λωνό εξόριστο. Ας μου επιτραπεί να γράφω τα ονόματα
όπως προφέρονται, για ν’ απαλλάξω τους αναγνώστες
από τη θέα των ισχυρών συμφώνων με τα οποία η σλά-
βικη γλώσσα προστατεύει τα φωνήεντα, προφανώς για να
μην τα χάσει, αφού είναι τόσο λιγοστά. Ο μαρκήσιος ντι
Ρουβρ είχε σχεδόν ολοκληρωτικά σπαταλήσει μια από τις
ομορφότερες περιουσίες της τάξης των ευγενών, χάρη στην
οποία είχε κάποτε δημιουργήσει δεσμό με τη δεσποινίδα
ντε Ρονκερόλ. Έτσι, από την πλευρά της μητέρας, η Κλε-
μαντίν ντι Ρουβρ είχε θείο το μαρκήσιο ντε Ρονκερόλ και
θεία την κυρία ντε Σεριζύ. Από την πλευρά του πατέρα,
απολάμβανε τη συγγένεια ενός άλλου θείου στο παράξενο
πρόσωπο του ιππότη ντι Ρουβρ, νεότερου στην οικογέ-
νεια, γεροντοπαλίκαρου, που πλούτισε από την αισχρο-
κέρδεια, πουλώντας κτήματα και σπίτια. Ο μαρκήσιος ντε
Ρονκερόλ είχε την ατυχία να χάσει τα δυο του παιδιά κατά
την εξάπλωση της χολέρας. Ο μοναχογιός της κυρίας ντε
Σεριζύ, νεαρός στρατιωτικός στον οποίο είχε εναποθέσει
όλες τις ελπίδες της, είχε σκοτωθεί στην Αφρική στην εκ-
στρατεία της Μάκτα. Σήμερα, οι ευκατάστατες οικογένει-
ες κινδυνεύουν είτε να καταστρέψουν τα παιδιά τους, αν
έχουν πολλά είτε να σβήσουν, αν αποκτήσουν ένα ή δύο,
συνέπεια πραγματικά παράδοξη του Aστικού Κώδικα, την
οποία ο Ναπολέοντας δεν είχε προβλέψει. Σαν αποτέλε-
σμα ενός τυχαίου γεγονότος, παρά τις αλόγιστες σπατάλες
του μαρκήσιου ντι Ρουβρ για τη Φλορίν, μια από τις πιο
γοητευτικές ηθοποιούς του Παρισιού, η Κλεμαντίν βρέ-
θηκε στη θέση της κληρονόμου. Ο μαρκήσιος ντε Ρονκε-
ρόλ, ένας από τους πιο ικανούς διπλωμάτες της ανερχό-
μενης δυναστείας, η αδελφή του, η κυρία ντε Σεριζύ και ο
ιππότης ντι Ρουβρ συμφώνησαν, προκειμένου να σώσουν
τις περιουσίες τους από τα νύχια του μαρκήσιου, να τις
μεταβιβάσουν στην ανηψιά τους, την οποία υποσχέθηκαν
ν’ αποκαταστήσουν την ημέρα του γάμου της, με δέκα χι-
λιάδες φράγκα εισόδημα ο καθένας.
Δε χρειάζεται ν’ αναφέρω ότι ο Πολωνός, αν και πρό-
σφυγας, δεν κόστιζε απολύτως τίποτα στη γαλλική κυβέρ-
νηση. Ο κόμης Αντάμ ανήκει σε μια από τις παλαιότερες
και ενδοξότερες οικογένειες της Πολωνίας, η οποία συν-
δέεται με τους περισσότερους πριγκιπικούς οίκους της
Γερμανίας. Τους Σαπιέα, τους Ρατζιβίλ, τους Ρζεβίσκι,
τους Τσαρτορίσκι, τους Λετσίνσκι, τους Ιαμπλονόσκι,
τους Λυμπερμίσκι, και όλους τους σπουδαίους με τη σαρ-
ματική κατάληξη -κι. Όμως τα οικόσημα δεν έχουν και
πολύ μεγάλη αξία στη Γαλλία του Λουΐ-Φιλίπ1 κι αυτή η
ευγενική καταγωγή δεν αποτελούσε σύσταση για την αστι-
κή τάξη που κυριαρχούσε τότε. Άλλωστε, όταν, το 1833,
ο Αντάμ εμφανίστηκε στην περιοχή των Ιταλών, στο Φρα-
σκάτι, στο Τζόκεϋ-Κλαμπ, ζούσε σαν ένας νεαρός που,
έχοντας χάσει τις πολιτικές του προσδοκίες, αναγνώριζε
τις αδυναμίες του και την αγάπη του για την ηδονή. Η
πολωνική υπηκοότητα, εξαιτίας της αντιδραστικής κυβέρ-
νησης, βρισκόταν σε τόσο χαμηλή εκτίμηση ώστε οι φιλε-
λεύθεροι ήθελαν να της δώσουν πάλι αξία. Ο παράξενος
αγώνας του Κινήματος ενάντια στην Αντίσταση, δυο λέ-
ξεις που θα είναι εντελώς ακατανόητες μετά από τριάντα
χρόνια, έκανε να μοιάζει αστείο κάτι που ήταν άξιο σεβα-
σμού: το όνομα ενός ηττημένου έθνους στο οποίο η Γαλ-
λία προσέφερε φιλοξενία, για το οποίο διοργάνωνε γιορ-
τές, για το οποίο με χαρά τραγουδούσε και χόρευε, τέλος
ένα έθνος που κατά τις συγκρούσεις ανάμεσα στην Ευρώ-
πη και τη Γαλλία, της είχε προσφέρει έξι εκατομμύρια άν-
δρες το 1796, και τι άνδρες! Μη συμπεράνετε απ’ αυτό
ότι θέλω να αδικήσω τον αυτοκράτορα Νικόλαο2 απένα-
ντι στην Πολωνία ή την Πολωνία απέναντι στον αυτοκρά-
τορα Νικόλαο. Καταρχήν θα ήταν μεγάλη ανοησία να με-
ταφέρω πολιτικές συζητήσεις, σε μια αφήγηση που στόχο
έχει να διασκεδάσει ή απλά να κεντρίσει το ενδιαφέρον.
Έπειτα, η Ρωσία και η Πολωνία ήταν απόλυτα δικαιολο-
γημένες, η μια να στοχεύει στην ενότητα της αυτοκρατο-
ρίας της και η άλλη να επιθυμεί την ελευθερία της. Ας
αναφέρω μόνο ότι η Πολωνία θα μπορούσε να κατακτή-
σει τη Ρωσία με την επιρροή των ηθών της αντί να την
πολεμήσει με όπλα, μιμούμενη τους Κινέζους που κατά-
φεραν να κινεζοποιήσουν τους Τατάρους και οι οποίοι με
τη σειρά τους, ας ελπίσουμε, θα κινεζοποιήσουν τους Άγ-
γλους. Η Πολωνία έπρεπε να πολωνοποιήσει τη Ρωσία: ο
Πονιατόφσκι3 το είχε προσπαθήσει στις εύκρατες περιο-
χές της Ρωσίας. Όμως αυτός ο ευγενής ήταν ένας βασι-
λιάς τόσο ακατανόητος που ίσως και ο ίδιος να μην κατα-
νοούσε τον εαυτό του. Πώς να μη μισήσουμε κακόμοιρους
ανθρώπους που έγιναν συνεργοί στην τρομερή απάτη που
διαπράχθηκε κατά τον απολογισμό, όπου όλο το Παρίσι
ζητούσε να προσφέρει βοήθεια στην Πολωνία; Υποκρινό-
μαστε ότι βλέπαμε τους Πολωνούς σαν συμμάχους του
ρεπουμπλικανικού κόμματος, χωρίς να υπολογίζουμε ότι
η Πολωνία ήταν μια δημοκρατική αριστοκρατία. Έκτοτε
η αστική τάξη συνέτριψε με την ελεεινή της περιφρόνηση
τους Πολωνούς, τους οποίους λίγες ημέρες νωρίτερα είχε
θεοποιήσει. Ο άνεμος μιας εξέγερσης πάντα επιδρούσε
στους Παριζιάνους από το Βορρά ως το Νότο, κάτω από
οποιοδήποτε καθεστώς. Πρέπει να θυμηθούμε αυτές τις
μεταστροφές της κοινής γνώμης, για να ερμηνεύσουμε
πώς η λέξη Πολωνός ήταν, το 1835, ένας εξευτελιστικός
χαρακτηρισμός στη χώρα της οποίας ο λαός θεωρείται ότι
είναι ο πιο πνευματώδης και ο πιο ευγενικός όλου του
κόσμου, το κέντρο των ιδεών, σε μια πόλη που σήμερα
κρατά τα σκήπτρα των τεχνών και της λογοτεχνίας. Υπάρ-
χουν, δυστυχώς, δυο είδη Πολωνών προσφύγων. Ο ρε-
πουμπλικάνος Πολωνός, απόγονος του Λελεβέλ4 και ο
ευγενής Πολωνός, του κόμματος που έχει για αρχηγό τον
πρίγκιπα Τσαρτορίσκι. Αυτά τα δύο είδη Πολωνών είναι
σαν τη φωτιά και το νερό, όμως γιατί να τους μεμφόμα-
στε; Αυτοί οι διαχωρισμοί δεν υπάρχουν πάντα στους
πρόσφυγες, σε όποιο έθνος κι αν ανήκουν, σε όποια χώρα
κι αν πηγαίνουν; Πάντα κουβαλούν τη χώρα τους και τα
μίση της. Στις Βρυξέλλες, δυο Γάλλοι μετανάστες ιερείς
δήλωναν τη βαθιά φρίκη που ένιωθαν ο ένας για τον άλλο
και όταν ρώτησαν τον ένα για ποιο λόγο συνέβαινε αυτό,
εκείνος απάντησε δείχνοντας τον καημένο συνάδελφό του:
«Αυτός είναι ιανσενιστής». Ο Δάντης ευχαρίστως θα μα-
χαίρωνε στην εξορία του έναν αντίπαλο των Άσπρων. Εκεί
φωλιάζει η αιτία των επιθέσεων ενάντια στο σεβάσμιο
πρίγκιπα Αντάμ Τσαρτορίσκι από τους γάλλους αντιπά-
λους του κι επίσης η αιτία της δυσμένειας που εξαπλώνε-
ται σε ένα μέρος Πολωνών μεταναστών από τους Καίσα-
ρες καταστηματάρχες και τους Αλέξανδρους
χονδρέμπορους. Το 1834, ο Αντάμ Μιτγκισλάς Λαγκίν-
σκι ανεχόταν τα πειράγματα του κόσμου του Παρισιού.
«Είναι ευγενικός παρόλο που είναι Πολωνός» έλεγε γι’
αυτόν ο Ραστινιάκ. «Όλοι αυτοί οι Πολωνοί ισχυρίζονται
ότι είναι μεγάλοι άρχοντες» έλεγε ο Μαξίμ ντε Τράιγ,
«όμως αυτός εδώ πληρώνει τα χρέη του από το τζόγο.
Αρχίζω να πιστεύω ότι είχε κτήματα». Χωρίς να θέλω να
προσβάλλω τους εξόριστους, μου επιτρέπεται να παρατη-
ρήσω ότι η ελαφρότητα, η ανεμελιά, η αστάθεια του σαρ-
ματικού χαρακτήρα, έδιναν τροφή για άσχημα σχόλια
στους Παριζιάνους, που άλλωστε θα ήταν απολύτως
όμοιοι με τους Πολωνούς σε παρόμοιες περιστάσεις. Η
γαλλική αριστοκρατία, που έλαβε την αξιοθαύμαστη βοή-
θεια της πολωνικής αριστοκρατίας στη διάρκεια της επα-
νάστασης, σίγουρα δεν την ανταπέδωσε στην αναγκαστι-
κή μετανάστευση του 1832. Ας έχουμε τη θλιβερή
γενναιότητα να τ’ ομολογήσουμε, η περιοχή του Σεν-
Ζερμέν ακόμη χρωστάει απέναντι στην Πολωνία. Ήταν ο
κόμης Αντάμ πλούσιος; ήταν φτωχός; ήταν τυχοδιώκτης;
Αυτός θα παραμείνει για πολύ καιρό ένας άλυτος γρίφος.
Τα διπλωματικά σαλόνια, πιστά στις οδηγίες τους, μιμή-
θηκαν τη σιωπή του αυτοκράτορα Νικόλαου, ο οποίος
τότε θεωρούσε νεκρό κάθε Πολωνό μετανάστη. Ο Κερα-
μεικός και οι περισσότεροι από τους προσκείμενους, απο-
τελούν μια τρομακτική απόδειξη αυτής της πολιτικής αρε-
τής που παρασημοφορείται με τίτλους σωφροσύνης.
Απέφευγαν ένα Ρώσο πρίγκιπα με τον οποίο κάπνιζαν
πούρα κατά τη διάρκεια της μετανάστευσης, γιατί έμοιαζε
να απειλείται από τη δυσμένεια του αυτοκράτορα Νικό-
λαου.